Παρασκευή , 26 Απριλίου 2024
Breaking News
Ακολουθήστε μας στο facebook

4η επέτειος για την ανατίναξη της “Γέφυρας Ασωπού”

Την  Κυριακή 23/10/2020, ο Οργανισμός Πολιτιστικής Ανάπτυξης Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας μαζί με τον “Χιονοδρομικό – Ορειβατικό Όμιλο Λαμίας” πραγματοποίησε  την 4η επέτειο για την ανατίναξη της “Γέφυρας Ασωπού”
Πρόκειται για μια από τις κορυφαίες αντιστασιακές επιτυχίες στην Ευρώπη, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, που δυστυχώς “ζει” στη σκιά της αντίστοιχης ανατίναξης της “Γέφυρας Γοργοποτάμου”.
Η επιχείρηση οργανώθηκε και εκτελέστηκε στο πλαίσιο αντιπερισπασμού των Συμμαχικών Δυνάμεων, με σκοπό να παραπλανηθούν οι Γερμανοί ότι η απόβαση θα γίνει στην Ελλάδα και όχι στη Σικελία και ηγήθηκαν οι Νεοζηλανδοί Τζέφρυ Γκόρντον-Κριντ, ο Κεν Σκοττ και ο Χαρρυ Μακιντάιρ.
Αυτό το ιστορικό γεγονός αναδείχθηκε από τους αναρριχητές του “Χιονοδρομικού – Ορειβατικού Συλλόγου Λαμίας” οι οποίοι πριν λίγα χρόνια ανακάλυψαν σε μια από τις εξορμήσεις τους τη μαρμάρινη πλάκα στην οποία είχαν χαραχθεί τα ονόματα των ηρώων της επιχείρησης “Animals”
Στα επόμενα χρόνια στοχεύουμε να αναδείξουμε ακόμα περισσότερο την συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός.
Ο Αντιπεριφερειάρχης κ. Ηλίας Κυρμανίδης ανάρτησε σχετικά:
Διαβάσετε παρακάτω τα σημαντικά  ιστορικά ντοκουμέντα, όπως έχουν διασωθεί:
“Παρόλα αυτά η επιχείρηση κατά της σήραγγας στο Νέζερο ταίριαζε στα σχέδια του Εντι Μάγερς, καθώς στις 29 Μαίου έλαβε ένα ιστορικό μήνυμα από το Κάιρο, το οποίο απευθυνόταν σ’ αυτόν προσωπικά και έπρεπε να καταστραφεί αμέσως: «Πληροφορήθηκα ότι η συμμαχική απόβαση θα γινόταν τη δεύτερη εβδομάδα του Ιουλίου στη Σικελία. Μας δόθηκε λοιπόν η εντολή να αρχίσουμε από την τελευταία εβδομάδα του Ιουνίου εκτεταμένες επιχειρήσεις σαμποτάζ σε ολόκληρη την Ελλάδα, με σκοπό την παραπλάνηοη του εχθρού ότι αυτό το σημείο της Μεσογείου απειλείτο από τη συμμαχική απόβαση», έγραψε αργότερα.
Θα έπρεπε λοιπόν να ακολουθήσουν αδιάκοπες επιχειρήσεις κατά των γραμμών επικοινωνίας των δυνάμεων κατοχής, ώστε να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι η επικείμενη απόβαση των Συμμάχων θα γινόταν στην Ελλάδα και όχι στη Σικελία. Καθώς οι ζημιές στη σήραγγα δεν ανταποκρίνονταν καθόλου στις απαιτήσεις του Μάγερς – ο Σαράφης τον είχε διαβεβαιώσει ότι θα ήταν ουσιαστικά άχρηστη για πολλούς μήνες- εκείνος διέταξε τον Εντμοντς να αρχίσει τις προετοιμασίες για μια ακόμα προσπάθεια καταστροφής της γέφυρας του Ασωπού: «Σχεδιάστε την καταστροφή δρόμων, σιδηροδρομικών γραμμών και τηλεπικοινωνιών σε όσο το δυνατόν περισσότερα σημεία σε ολόκληρη την περιοχή Η επιχείρηση θα φέρει το όνομα -Animals- και θα αρχίσει στις 20 Ιουνίου», του είπε.
«ΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΤΗΝ ΕΧΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΤΣΕΠΗ ΜΑΣ»
«Πριν πάρουν τον δρόμο της επιστροφής ο Τζεφ και οι άνδρες του έκρυψαν τις εκρηκτικές ύλες σε ένα σχετικά ξηρό μέρος της όχθης του ποταμού», διηγείται ο Αρθουρ Εντμοντς, σήμερα συνταξιούχος αγρότης στη Νέα Ζηλανδία. «Οταν επέστρεψαν στην πρόχειρη κατασκήνωσή μας, μπόρεσα να καταλάβω αμέσως τι κακουχίες θα πρέπει να είχαν περάσει. Το δέρμα στα γόνατά τους είχε ανοίξει και σε όλο τους το σώμα είχαν πληγές και μελανιές. Τα ρούχα που φορούσαν είχαν μετατραπεί σε κουρέλια και όλοι έδειχναν να έχουν φτάσει στα όρια της αντοχής τους», είχε πει.
Και όμως κανείς δεν σκεπτόταν να εγκαταλείψει την προσπάθεια. Το μόνο που χρειάζονταν για μια επιτυχημένη αποστολή ήταν ο κατάλληλος εφοδιασμός. Μόνο που οι ντόπιοι ήταν σχεδόν βέβαιοι ότι οι Γερμανοί θα καταλάβαιναν κάτι και ο φόβος τους ήταν σίγουρα δικαιολογημένος, καθώς τα αντίποινα θα έπρεπε σε τελική ανάλυση να τα υποστεί ο ντόπιος πληθυσμός. Οι φήμες για την επικείμενη αποστολή έφτασαν και στο χωριό Γαρδικάκι, το οποίο βρισκόταν κοντά στη γέφυρα. Μια αντιπροσωπεία των προεστών του χωριού απευθύνθηκε στον Αρη παρακαλώντας τον να μεσολαβήσει στους Αγγλους για να σταματήσουν την προετοιμασία της επιχείρησης, διαφορετικά θα αναγκάζονταν να ειδοποιήσουν τους Γερμανούς. Παρά το γεγονός ότι ο ΕΛΑΣ δεν επρόκειτο να συμμετάσχει στην επιχείρηση, ο Αρης τους απείλησε ότι σε περίπτωση προδοσίας δεν θα έκαιγε μόνο το χωριό, όπως έκαναν συνήθως οι κατακτητές, αλλά δεν θα άφηνε ούτε μια πέτρα όρθια σε ολόκληρο το χωριό. Η απειλή του Αρη ήταν προφανώς αποτελεσματική: η επιχείρηση δεν προδόθηκε στους Γερμανούς.
Καθώς οι ιμάντες των αλεξιπτώτων είχαν τελειώσει, ζήτησαν από το Κάιρο μέσω ασυρμάτου νέα σχοινιά, αδιάβροχα σακκίδια και εργαλεία. Τα υλικά αυτά έφτασαν γύρω στα μέσα του Ιουνίου και αμέσως μετά ο Ντον Στοττ επέστρεψε με δύο βοηθούς για μια ακόμα φορά στο φαράγγι. Με τα σχοινιά των καινούργιων αλεξιπτώτων ο Κεν Σκοττ και ο Χάρυ Μακιντάιρ είχαν ετοιμάσει ένα είδος ανεμόσκαλας. Μαζί τους είχαν πλέον και χρήσιμα εργαλεία, όπως τσεκούρια, πριόνια και σύνεργα ορειβασίας. Σχεδίαζαν να κόψουν ένα μεγάλο πεύκο δίπλα στον τρίτο καταρράκτη και να χρησιμοποιήσουν τον κορμό ως σκάλα για να κατέβουν.
Μόλις δύο μέρες μετά ο Εντμοντς έλαβε με έναν αγγελιοφόρο μια θριαμβευτική αναφορά από τον Ντον Στοττ: «Κατέβηκα τον μεγάλο καταρράκτη και ανακάλυψα ότι επρόκειτο για τον τελευταίο. Ξαφνικά μετά από μια στροφή βρέθηκα να αντικρύζω την κυρία Washing, τη γέφυρα του Ασωπού, προσωπικά. Υπήρχε έντονη δραστηριότητα και αμέτρητοι εργάτες ενίσχυαν τη γέφυρα για να μπορούν να περνούν βαρύτερα φορτία. Ο θόρυβος ήταν εκκωφαντικός, νομίζω ότι κάτι κάρφωναν. Είχαν φτιάξει παντού σκαλωσιές και σκάλες οδηγούσαν προς τα ανώτερα τμήματα της γέφυρας… Οι εργάτες κατέβαιναν από τη γέφυρα χρησιμοποιώντας κάποια σκαλιά που είχαν σκαφτεί στο βόρειο τμήμα του βράχου. Με τον ίδιο τρόπο θα μπορούσαμε εμείς να ανέβουμε. Παρακαλώ να σταλούν αμέσως ο Τζεφ. ο Σκόττι και ο Μακ. Τη δουλειά την έχουμε στην τσέπη μας…»
Στις 19 Ιουνίου ενώθηκαν ο Τζέφρυ Γκόρντον-Κριντ, ο Κεν Σκοττ και ο Χαρρυ Μακιντάιρ με τον Ντον Στοττ μέσα στο φαράγγι. Ο Στοττ και οι δύο βοηθοί του (ο Ματς, ένας Νεοζηλανδός, και ο Χούρι, ένας Παλαιστίνιος) είχαν στο μεταξύ καταφέρει να κόψουν το δένδρο, να πριονίσουν τα κλαδιά και να τοποθετήσουν τον κορμό μέσα στον καταρράκτη. Το πρωί της επόμενης μέρας είχαν κιόλας καταφέρει να περάσουν τα εκρηκτικά και από αυτό το τελευταίο εμπόδιο. «Δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσω πώς προσπαθούσα να αναπνεύσω μέσα στο παγωμένο νερό», θυμάται ο Κεν Σκοττ. «Ηταν τρομακτικό και δεν μπορούσα με τίποτε να απαλλαγώ από τον φόβο του πνιγμού. Τελικά καταφέραμε κάπως να βγάλουμε τους καταξεσκισμένους σάκκους με τα εκρηκτικά στην όχθη του ποταμού. Το υλικό είχε βραχεί και υποστεί κάποιες μικροζημιές. Ο Χάρρυ και εγώ έπρεπε πρώτα να το στεγνώσουμε και να τοποθετήσουμε και πάλι το εκρηκτικά στις υποδοχές τους. Στο μεταξύ ο Γκόρντον-Κριντ και ο Ντον Στοττ είχαν φύγει για να επιθεωρήσουν μια ακόμα φορά τη γέφυρα».
Ολο όσα είχε παρατηρήοει ο Στοττ την προηγούμενη μέρα από μακριά βγήκαν αληθινά. Οι έξι άνδρες είχαν πραγματικά την τύχη των τολμηρών. Στη βάση των στηριγμάτων βρίσκονταν σκάλες και ακόμα και τα συρματοπλέγματα που συνήθως έκλειναν το μονοπάτι από τη γέφυρα προς το ποτάμι είχαν τοποθετηθεί με απόλυτη τάξη στο πλάι
«Αποφασίσαμε να εκμεταλλευτούμε την πανσέληνο της επόμενης νύχτας για την επίθεσή μας και μεταφέραμε κατά τη διάρκεια της ημέρας τα εκρηκτικά μέχρι τα τελευταία βράχια πριν τη γέφυρα. Μόλις κρυφτήκαμε και εμείς πίσω από τα βράχια μπόρεσα να παρατηρήσω για πρώτη φορά τη μεγαλόπρεπη αυτή γέφυρα. Ηταν ένα πραγματικά εντυπωσιακό, σχεδόν απερίγραπτο θέαμα, έτσι όπως αιωρείτο η γέφυρα 100 μέτρα πιο ψηλά από μας», θυμάται σήμερα με μελαγχολία ο Κεν Σκοττ και προσθέτει ότι τη στιγμή εκείνη ως μηχανικός μετάνιωοε που ήταν αναγκασμένος να καταστρέφει αυτό το εκπληκτικό δείγμα μηχανικής. Μέσα στο σκοτάδι, καθώς το φως του φεγγαριού μόλις που έφθανε μέχρι το σχεδόν απύθμενο φαράγγι οι έξι τόλμησαν να βγουν από τον κρυψώνα τους και να πλησιάσουν, κρατώντας τα εκρηκτικά, το βόρειο βάθρο. Ενόσω ο Στοττ στοίβαζε τα εκρηκτικά στη σκάλα, ο Σκοττ κοι ο Μακιντάιρ σκαρφάλωσαν στην ξύλινη σκαλωσιά για να βρουν τα κατάλληλα σημεία για την τοποθέτηοή τους. Οι Γερμανοί σκαπανείς είχαν μεταφέρει στο σημείο αυτό επιπλέον σκαλωσιές, γιατί επρόκειτο να εκτελέσουν κάποιες επιδιορθώσεις και κυρίως να ενισχύσουν τον μεταλλικό φορέα. Ο Σκοττ μπορούσε ανενόχλητος να κινείται πάνω σε μια από τις ξύλινες σκαλωσιές ρίχνοντας σχοινιά με τα οποία ανέβαζαν τα εκρηκτικά. Ο Μακιντάιρ είχε ήδη προσαρμόσει τα στηρίγματα των εκρηκτικών στη μορφή των πλάγιων αντηρίδων «Ολα δούλευαν ρολόι», θυμάται ο Σκοττ, «όταν ξαφνικά ακούστηκε ένας εκκωφαντικός θόρυβος. Μέσα στο μισοσκόταδο σκοντάψαμε σε ένα σωρό από βίδες, που προφανώς είχαν αφήσει εκεί οι Γερμανοί. Πέφτοντας και κτυπώντας στα μεταλλικό κιγκλιδώματα του φορέα δημιουργούσαν ένα θόρυβο σαν μηχανική κωδωνοκρουσία που είχε χάσει κάθε ρυθμό. Εμείς βέβαια παγώσαμε από τον φόβο μας και μόνον όταν είδαμε ότι στο φυλάκιο δεν υπήρξε η παραμικρή αντίδραση πέσαμε στα γόνατα και αρχίσαμε να ψάχνουμε μήπως υπάρχουν και άλλες βίδες τριγύρω. Τελικά στο φεγγαρόφωτο διαπιστώσαμε ότι τα μαύρα σημεία που ψηλαφούσαμε στην αρχή δεν ήταν από μέταλλο, αλλά ρόζοι στις ξύλινες σανίδες!».
Ξαφνικά συνέβη κάτι που ακόμα και σήμερα κάνει τον 80χρονο πλέον Κεν Σκοττ να πετάγεται γεμάτος τρόμο από τον ύπνο του: «Τελικά οι σκοποί θα πρέπει να άκουσαν κάτι. Ξαφνικά διαπέρασε το σκοτάδι ένας δυνατός προβολέας. Ο Χάρρυ και εγώ κρεμόμασταν από το κιγκλίδωμα του μεταλλικού φορέα για να τοποθετήσουμε τα εκρηκτικά. Συστηματικά άρχισε ο προβολέας να ελέγχει ένα ένα τα βάθρα και τους μεταλλικούς φορείς. Είχα την εντύπωση ότι η καρδιά μου σταμάτησε να χτυπά. Με τρόμο έβλεπα το φως του προβολέα να πλησιάζει προς το μέρος μας. Εμοιαζε με αιωνιότητα μέχρι να φτάσει στην αντηρίδα όπου στηριζόμουνα. Το τέλος μου είχε φτάσει και περίμενα από στιγμή σε στιγμή τον καταιγισμό από σφαίρες. Η μόνη σκέψη που πέρασε από το μυαλό μου εκείνη τη στιγμή ήταν ότι δεν είχα ένα όπλο για να μπορέσω κάπως να υπερασπιστώ τον εαυτό μου. Και τότε συνέβη ένα θαύμα. Ο σκοπός συνέχισε να μετακινεί τον προβολέα προς την κατεύθυνση της επόμενης αντηρίδας. Δεν μας είχε δει!».
Ο Γκόρντον-Κριντ είχε διατάξει τον ευκίνητο Ντον Στοττ να ανέβει με το φεγγαρόφωτο μια ακόμα φορά στο οροπέδιο για να παρακολουθήσει από εκεί καλύτερα την επακόλουθη έκρηξη. Ο Ματς και ο Χούρι είχαν ήδη πάρει τον δρόμο της επιστροφής για να προλάβουν να διαλύσουν το πρόχειρο κατάλυμα. Ο Γκόρντον-Κριντ παραφύλαγε στη βάση της σκάλας, όταν άκουσε ξαφνικό ένα θόρυβο από την πλευρά του μονοπατιού που οδηγούσε από το φυλάκιο στο ποτάμι. Μόλις που πρόλαβε να προειδοποιήσει χαμηλόφωνα τον Στοττ κοι τον Μακιντάιρ, όταν είδε να έρχεται προς το μέρος του το τρεμουλιαστό φως ενός τσιγάρου. Κρύφτηκε πίσω από τη βάση του μεταλλικού φορέα περιμένοντας τον ανυποψίαστο Γερμανό να περάσει από μπροστά του. Με όλη του τη δύναμη τον κτύπηοε στο κεφάλι με το μικρό ξύλινο ρόπαλο. Ο Γερμανός έπεσε αναίσθητος στο χώμα χωρίς τον παραμικρό θόρυβο και ο Βρετανός τον έριξε, σπρώχνοντας με τα πόδια, στην απότομη πλαγιά. Το αναίσθητο σώμα παρασύρθηκε αμέσως από το ρεύμα του Ασωπού. «Συνεχίστε», διέταξε με απόλυτη ψυχραιμία τους καταφοβισμένους συντρόφους του που είχαν παρακολουθήσει χωρίς την παραμικρή κίνηση τη σκηνή.
Ο Γκόρντον-Κριντ -Faith-, έγραψε στην αναφορά της 22ας Ιουνίου προς τον Εντι Μάγερς με στρατιωτική λιτότητα λόγου: «..ένας περιφερόμενος Γερμανός κτυπήθηκε στο κεψάλι και ρίχτηκε στη χαράδρα από τον Faith».
Ηταν μεσάνυχτα. Τα εκρηκτικά και οι θρυαλλίδες είχαν ήδη τοποθετηθεί στη σωστή τους θέση. Στις 00:20 ο Σκοττ έσπασε τους πέντε πυροκροτητές που είχε τοποθετήσει, αν και ένας μόνο θα έκανε την ίδια δουλειά. Σε μιάμιση ώρα το οξύ θα κατέστρεφε το σύρμα που συγκροτούσε ένα ελατήριο, με τη βοήθεια του οποίου ένα μικρό σφυρί θα διέλυε την εξωτερική στρώση μιας κάψουλας. Αμέσως μετά θα ακολουθούσε η έκρηξη. Με μια σχετικά απλή διαδικασία το φαράγγι θα μετατρεπόταν σε κόλαση.
Οι άνδρες έτρεξαν σαν τρελοί μέσα στο σκοτάδι, ανέβηκαν τον χοντρό κορμό του δένδρου που είχαν ρίξει μέσα στον τρίτο καταρράκτη, κολύμπησαν αρκετά μέτρα και σκαρφάλωσαν στα σχοινιά των αλεξιπτώτων αφήνοντας πίσω τους και τον δεύτερο καταρράκτη. Ο Ματς, ο οποίος με τις σχεδόν υπεράνθρωπες δυνάμεις του ξεπερνούσε τον καθένα στην ομάδα σε αντοχή, θυμάται: «Τι κοπιαστικός αγώνας ήταν εκείνο το κολύμπι και το σκαρφάλωμα στα σχοινιά. Καθώς ανέβαινα μια ανεμόσκαλα τα χέρια μου δεν μπορούσαν να με κρατήσουν άλλο και έπεσα προς τα πίσω περίπου είκοσι πέντε πόδια Από το κτύπημα λιποθύμησα, ενώ τραυματίσθηκα άσχημα και στις κνήμες. Υστερα απο δεκαπέντε περίπου λεπτά συνήλθα και άκουσα τον Χούρι να με φωνάζει από ψηλά μέσα στο σκοτάδι. Μετά από μερικές προσπάθειες τα κατάφερα».
Σε τακτά χρονικά διαστήματα συνέκριναν την ώρα στα ρολόγια τους. Το μεγάλο ερώτημα ήταν αν θα λειτουργούσαν τα υγρά εκρηκτικά και τα φυτίλια: Μήπως οι Γερμανοί είχαν ήδη αρχίσει να αναζητούν τον σύντροφό τους και είχαν ανακαλύψει έτσι τα εκρηκτικά; Μετά από δύο περίπου ώρες δεν ακουγόταν τίποτε εκτός από το ποτάμι και άρχισαν να αναρωτιούνται αν είχαν πάει όλα καλά. Τα λεπτά είχαν πλέον μετατραπεί σε ώρες αγωνίας. Σαν ένας αιώνας πέρασε ακόμα ένα τέταρτο. Ξαφνικά, «αφού είχαν ήδη περάσει δύο ώρες και είχαμε αφήσει πίσω μας τα πιο δύσκολα εμπόδια, η νύχτα μέσα στο φαράγγι μετατράπηκε σε μέρα και αμέσως ακολούθησε μια τρομακτική έκρηξη και η ηχώ ταρακούνησε ακόμα και τα βράχια. Εγώ άρχισα να φωνάζω: Πάει, καταστράφηκε», θυμάται σαν να ήταν χθες ο Σκοττ. Ευχαριστημένοι με την επιτυχία τους άρχισαν να δίνουν συγχαρητήρια ο ένας στον άλλο στη μέση του ποταμού, ενώ το νερό έφτανε σχεδόν μέχρι τους ώμους τους.
Ο Ντον Στοττ συναντήθηκε στις 6 το πρωί της 21ης Ιουνίου στο Γαρδικάκι με τον Γκόρντον-Κριντ και παραδέχθηκε ότι δεν θα μπορούσε να πει με απόλυτη βεβαιότητα ότι η γέφυρα είχε καταρρεύσει. Είχε δει βέβαια τις φλόγες και είχε ακούσει την έκρηξη, αλλά το μόνο που μπόρεσε να διακρίνει στο λιγοστό φως ήταν οι Γερμανοί σκοποί που είχαν βγει πανικόβλητοι από το φυλάκιο. Ενας νεαρός Ελληνας αντάρτης, ο οποίος πριν από την έναρξη του πολέμου ήταν σχεδιαστής, στάλθηκε στη γέφυρα μεταμφιεσμένος σε βοσκό με την αποστολή να τη σχεδιάσει, επέστρεψε με ένα τσαλακωμένο κομμάτι χαρτί, το οποίο άνοιξε ο Εντμοντς με τρεμάμενο χέρια. Με τρόμο αντίκρυσε ένα σχέδιο της γέφυρας όπως ήταν πριν από την έκρηξη. «Ανταποκρίνεται αυτή η εικόνα σ’ αυτό που πραγματικά είδες;», ρώτησαν απεγνωσμένα οι Βρετανοί. «Οχι βέβαια», ανταποκρίθηκε γελώντας ο Ελληνας. «Απλώς θυμήθηκα πώς ήταν κάποτε η γέφυρα. Τώρα βρίσκεται σωριασμένη στο βάθος του φαραγγιού».
Ο Εντμοντς και ο Μαγερς έστειλαν αμέσως μήνυμα στο Κάιρο με προτάσεις για παρασημοφόρηση. Κυρίως ο Ντον Στοττ, αυτός ο «εξαιρετικά ευγενικός αξιωματικός», όπως έγραψε ο Εντι Μάγερς, θα έπρεπε να τιμηθεί με τον σταυρό της Βικτωρίας. Οι προτάσεις τους δεν έγιναν αποδεκτές από τις στρατιωτικές αρχές του Κάιρου γιατί δεν είχε πέσει ούτε ένας πυροβολισμός. Ετσι ο ριψοκίνδυνος Στοττ θα έπρεπε να αρκεστεί στο παράσημο DSO. Μετά την καταστροφή της γέφυρας του Ασωπού ξαναβρέθηκε, λόγω μιας αρκετά παράξενης περίστασης, στο κέντρο του ενδιαφέροντος. Κρυμμένος στο μαιευτήριο ενός γνωστού αθηναϊκού νοσοκομείου προσπαθούσε μέσω του Αθηναίου δημάρχου να έλθει σε επαφή με τις γερμανικές στρατιωτικές αρχές. Σκόπευε να τους προτείνει να σταματήσουν η Γερμανία και οι Συμμαχικές Δυνάμεις τον πόλεμο μεταξύ τους και να ενωθούν σε μια σταυροφορία κατά της Σοβιετικής Ενωσης. Μόλις η SOE στο Κάιρο πληροφορήθηκε αυτήν την τρελή και μη εξουσιοδοτημένη προσπάθεια, διέταξε τον Στοττ να εγκαταλείψει αμέσως την Αθήνα. Η απάντησή του ήταν ότι περιμένει ένα αεροπλάνο που θα τον μεταφέρει στη Γερμανία για συνομιλίες και διαπραγματεύσεις με τον Γκέρινγκ. Οι Βρετανοί κατάφεραν τελικά να μεταφέρουν τον Στοττ στο Κάιρο. Ο «Δον Κιχώτης», όπως τον ονόμαζαν στο εξής, πνίγηκε λίγο πριν το τέλος του πολέμου κατά τη διάρκεια μιας αποστολής στη μακρινή Νέα Γουινέα.
Αυτό το μάλλον ασήμαντο επεισόδιο φανερώνει με πόση ελευθερία, αλλά και ισχύ, λειτουργούσαν οι στρατιωτικοί σύνδεσμοι στην Ελλαδα. Προφανώς πολλοί από τους νεαρούς Βρετανούς αξιωματικούς ακολουθούσαν το πρότυπο του Λώρενς της Αραβίας, το ίνδαλμα αυτής της γενιάς. Με σχεδόν υπερβολικές δικαιοδοσίες, μακριά από τα στρατιωτικά κέντρα αποφάσεων, σχέδιαζαν και εκτελούσαν μαζί με τους αντάρτες εξαιρετικά ριψοκίνδυνες επιχειρήσεις που συχνά δεν είχαν στρατιωτικά κανένα νόημα. Κάτι τέτοιο γινόταν πάντα σε βάρος του ντόπιου πληθυσμού, ο οποίος έπρεπε να υποστεί τα σκληρά αντίποινα. Βασιζόμενοι σε αόριστες υποσχέσεις μοίραζαν απλόχερα όπλα και στρατιωτικό υλικό σε υποψήφιους αντάρτες, αλλά και σε ύποπτες μορφές, αγοράζοντας ουσιαστικά την εμπιστοσύνη του κόσμου με χρυσό. Ακόμα και Γερμανοί ή Ιταλοί αιχμάλωτοι στρατιώτες εκτελούντο χωρίς δεύτερη σκέψη, όταν σε δύσκολες στιγμές μια αποστολή ετίθετο οε κίνδυνο.
Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΧΙΤΛΕΡ ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΓΧΑΣΜΟΙ ΤΟΥ ΤΣΩΡΤΣΙΛ
Ο Εντμοντς και ο Μάγερς διέδιδαν μετά το τέλος τοο πολέμου τον μύθο ότι λόγω της δολιοφθοράς εκτελέστηκε το σύνολο των Γερμανών σκοπών και ο υπεύθυνος αξιωματικός. Η πληροφορία αυτή βασίζεται σε διαδόσεις που κυκλοφορούσαν εκείνες τις ημέρες και είχαν την πηγή τους στη συζήτηση κορυφής της 24ης Ιουνίου η οποία κατά κάποιο τρόπο θα διέρρευσε: «Τα τελευταία γεγονότα, οι επιθέσεις κατά της γέφυρας του Ασαμου (ο ο. εννοείται Ασωπού) κατά της μηχανοκίνητης φάλαγγος της 117ης μεραρχίας, οι ανατινάξεις δρόμων κλπ., φανερώνουν συστηματικές επιχειρήσεις σαμποτάζ. Προφανώς αναμενόταν γύρω στις 20 αγγλικό φορτίο, το οποίο τελικά ακυρώθηκε. Κατά πάσα πιθανότητα ήθελαν οι Αγγλοι να ελέγξουν την υπάρχουσα προθυμότητα για σαμποτάζ… Ο αρχηγός περιγράφει τα γεγονότα της επίθεσης κατά της γέφυρας του Ασαμού (σσ. εννοείται Ασωπού) Κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται για επιχείρηση οργανωμένη από Αγγλους. Μετά από διαταγή του Φύρερ συγκλήθηκε στρατοδικείο» (από το Πολεμικό ημερολόγιο των Γερμανών). Μπορεί βέβαια ο Φύρερ να διέταζε τη σύγκλιση «στρατοδικείου», αλλά οι έρευνες δεν καρποφόρησαν και δεν εκτελέστηκε κανείς από τους σκοπούς. Αντίθετα ο Χίτλερ έδειχνε να ανησυχεί για εχθρικές επιθέσεις στη δυτική ακτή, στην περιοχή βόρεια του κόλπου της Πάτρας.
Οι επιτυχίες της επιχείρησης Animals άρχισαν να αποφέρουν καρπούς. Στις 5 Ιουλίου ο Φύρερ διαβεβαίωσε τον Ανώτατο Διοικητή μετά την παρουσίαση του ίδιου, ότι θα προστίθεντο ως ενίσχυση για την προστασία των επικοινωνιών (προστασία των σιδηροδρόμων) και την καταπολέμηση των ανταρτών, το 1ο Ορεινό Σύνταγμα της Μεραρχίας Μπράντενμπουργκ και το XVIIΙ Σύνταγμα Αστυνομίας από τη Φινλανδία. Επίσης έγινε αίτηση να σταλούν ένα ακόμα επιτελείο συντάγματος και δύο τάγματα πεζικού, για την καλύτερη προστασία του σιδηροδρομικού δικτύου στην Ελλάδα. Ο Χίτλερ ήταν της άποψης ότι η ολική αποφυγή των διαταραχών στο σιδηροδρομικό δίκτυο ήταν αδύνατη.
Ο Μάγερς από την άλλη πλευρά δεν άκουγε παρά μόνο επαίνους από τους ανώτερους του. Δικαιολογημένα, καθώς μετά την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου κατάφερε και με την καταστροφή της γέφυρας του Ασωπού το ακατόρθωτο. Η επιχείρηση θα πρέπει να θεωρηθεί ως μια από τις επιτυχέστερες δολιοφθορές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Και στις δύο επιχειρήσεις δεν υπήρξαν νεκροί, ούτε καν τραυματίες. Ο εχθρός αντίθετα ήλθε αντιμέτωπος με σημαντικές ανθρώπινες και υλικές απώλειες. Ο αρχιστράτηγος Μέσης Ανατολής και κατοπινός στρατάρχης Γουίλσον έστειλε μέσω ασυρμάτου τις ευχές του, ενώ ο πρωθυπουργός Τσώρτσιλ συνέχαρη τον Μάγερς προσωπικά. Το πλήρωμα ενός αεροπλάνου της RAF έλαβε την εντολή να φωτογραφήσει την κατεστραμμένη γέφυρα. Οταν ο Μάγερς, μετά απο μήνες και για άλλο λόγο, έγινε δεκτός από τον Τσώρτοιλ, αυτός του έδειξε γεμάτος υπερηφάνεια τις φωτογραφίες από τη γέφυρα. «Ακόμα θυμάμαι τον καγχασμό του», γράφει ο Μάγερς.”
Εγγραφείτε στο κανάλι μας στο You Tube

Δες επίσης

Πρόσληψη έκτακτου προσωπικού στο Δήμο Λοκρών

Ενημερωθείτε για τις νέες θέσεις εργασίας στη Φθιώτιδα Τέσσερις προσλήψεις ΠΕ ή ΔΕ Ναυαγοσωστών στο …

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *