Η Μονεμβασιά σε μαγεύει όποια περίοδο του χρόνου κι αν πας, πόσο μάλλον το Πάσχα!!!

Πετρόχτιστα, βυζαντινά σπίτια με όψη φρουριακή, θόλοι, παλιές εκκλησιές και λιθόστρωτα σοκάκια.

Βουκαμβίλιες ανθισμένες, βράχος άγριος, σκληρός και γαλάζια θάλασσα πλατιά για ατέλειωτο αγνάντι. Ταβερνάκια και εστιατόρια με εκπληκτική θέα, ένα μοναδικό, λιαστό κρασί και ούτε ίχνος αυτοκινήτου. Μερικοί λόγοι που το Πάσχα στη Μονεμβασιά σου μένει αξέχαστο.

Η Μονεμβασιά σε μαγεύει όποια περίοδο του χρόνου κι αν πας. Φτιαγμένη από προαιώνια υλικά, πέτρα, ουρανό, θάλασσα, σου δίνει την αίσθηση πως ό,τι βλέπει το σημερινό μάτι, αυτό περίπου έβλεπαν τα μάτια όλων των γενιών που προηγήθηκαν (ντόπιων και κατακτητών, πειρατών και κουρσάρων, Αράβων και Καταλανών, Φράγκων, Ενετών, Βυζαντινών, Τούρκων), πράγμα που ασκεί μια ανυπέρβλητη γοητεία.

Την άνοιξη, όμως, που οι λιακάδες είναι ακόμη δροσερές κι οι περίπατοι τόσο ευχάριστοι, αυτό το άτυπο, υπαίθριο …μουσείο είναι σκέτο θαύμα να το σεργιανάς και να το ζεις. Και το Πάσχα εδώ, μοναδικό.

“Να ‘χεις την ώχρα του καιρού και το γαλάζιο του νερού…”
Τέσσερις ώρες διαδρομή σε χωρίζουν από την καστροπολιτεία της Λακωνίας. Τόσο σου παίρνει να χαθείς στον μεσαιωνικό λαβύρινθο από λίθινα σοκάκια, θολωτές καμάρες, εκκλησιές, βουκαμβίλιες, γιασεμιά και αρχοντικά που αγναντεύουν το Μυρτώο Πέλαγος με την “πλάτη” στο Βράχο.

To “αστειάκι” που κυκλοφορούσε μεταξύ των ταξιδιωτών της Βενετίας ισχύει -τηρουμένων των αναλογιών- και για τούτο τον ολοζώντανο και κατοικήσιμο αρχαιολογικό χώρο: αν δε φορτώνει το google maps σύγχρονο χάρτη του οικισμού, άνοιξε κανέναν του1700 –δε θα έχουν αλλάξει και πολλά πράγματα.

Με σχεδόν ανέπαφο απ’ το χρόνο και τις παρεμβάσεις, το κομμάτι της οικιστικής ζώνης, καμία παράταιρη παρέμβαση της τάδε ή της δείνα καφετέριας δεν ξενερώνει το περιπατητή της Μεγάλης Εβδομάδας, διακόπτοντας αναιδώς τη μαγική του βόλτα στο χώρο και το χρόνο , κάτω από το ημίφως των δημοτικών φαναριών.

Πομπή Επιταφίου στα σοκάκια τού χθες
Το φαρδύ, λιθόστρωτο που ξεκινάει από τη δυτική πύλη, όπου θα αφήσεις το αυτοκίνητο και θα συνεχίσεις με τα πόδια, ήταν ανέκαθεν η εμπορική οδός του οικισμού. Ακόμη και σήμερα όλη η ζωή βρίσκεται εδώ: τα περισσότερα μαγαζιά, τα εστιατόρια, τα καφέ και τα καφέ-μπαρ του Κάστρου. Το ίδιο βυζαντινό καλντερίμι οδηγεί στη Κεντρική Πλατεία με το παλαιό κανόνι και τη σπουδαία Εκκλησία του Ελκομένου Χριστού, επίκεντρο των πασχαλινών τελετών.

Εδώ φυλάσσεται ξανά ύστερα από πολλές περιπέτειες η εξαίρετη εικόνα της Σταύρωσης, από τις σπουδαιότερες και μεγαλύτερες της περιόδου που ανήκει (14ος αιώνας), που ο Φώτης Κόντογλου είχε χαρακτηρίσει “αριστούργημα”. Από εδώ θα φύγει ο Επιτάφιος, εδώ θα έρθεις για Ανάσταση. Η περιφορά του Επιταφίου στη Μονεμβασιά είναι μια από τις πλέον κατανυκτικές εμπειρίες που μπορείς να ζήσεις, καθώς είναι αδύνατον να κυκλοφορήσουν ή να παρκάρουν αυτοκίνητα εντός του Κάστρου.

Η πομπή περνάει μέσα από σοκάκια και σπίτια φτιαγμένα ως επί το πλείστον από την ίδια πέτρα που είναι καμωμένος κι ο βράχος της Μονεμβασιάς. Τα κτίσματα ψηλά, με τις στενές τους προσόψεις και τα μικρά τους παράθυρα να ενισχύουν τη φρουριακή όψη Καστροπολιτείας, στήνουν ιδανικό σκηνικό για την πένθιμη περιφορά.

Περιμένοντας το μουσείο του Γιάννη Ρίτσου
Η Μονεμβασιά υπήρξε πατρίδα του Γιάννη Ρίτσου, το “πέτρινο καράβι” του. Εντός της καστροπολιτείας βρίσκεται και το σπίτι του ποιητή, το αρχικός πυρήνας του οποίου ανάγεται στους μεταβυζαντινούς χρόνους.

Εδώ και μια τριετία έχει αναγγελθεί η μετατροπή του σε δημοτικό μουσείο με μόνιμη έκθεση όπου θα παρουσιάζεται η ζωή και το έργο του, μέσα από επιλεγμένα εμβληματικά ποιήματα. Τα τελαυταία νέα λένε ότι η το σπίτι-μουσειο του Γιάννη Ρ’ιτσου θα ανοίξει τις πόρτες του στο κοινό έως το καλοκαίρι του 2025.

Φαγητό εντός της Καστροπολιτείας
Το φαγητό στο Κάστρο είναι άκρως απολαυστική εμπειρία λόγω της μοναδικής ατμόσφαιρας και της μαγευτικής θέας στην πέτρινη πολιτεία και το πέλαγος που προσφέρουν τα σπαρμένα εδώ κι εκεί ταρατσάκια και πλατώματα με τα τραπεζάκια τους.

Προφανώς τη Μεγάλη Εβδομάδα, επειδή υπάρχουν και εκδρομείς της μιας ημέρας, θα πρέπει να φροντίσεις για κράτηση από πριν σε κάποιο από τα συμπαθητικά εστιατόρια μέσα στο Κάστρο, τα πιάτα των οποίων ακολουθούν τα γαστρονομικά έθιμα των ημερών.

Υπό κανονικές συνθήκες πάντως στο Οινόμελο (27320 61549) γεύεσαι παραδοσιακά τσαΐτια, γκόγκες, αλλά και νόστιμα μπριζολάκια. Στις “Βόλτες” (27320 61919) βρίσκεις τη φοβερή “γλίνα” (χοιρινός λαιμός μαγειρεμένος με παλιά γιαγιαδίστικη συνταγή) και καλοφτιαγμένο χουνκιάρ μπεγεντί με πουρέ καπνιστής μελιτζάνας και μοσχαράκι. Η “Ματούλα” (27320 61660), ταβέρνα από τη δεκαετία του ’50, εξακολουθεί να σερβίρει παραδοσιακή ελληνική κουζίνα στο υπέροχο μπαλκόνι της.

Πιο γκουρμέ η διάθεση της κουζίνας και του περιβάλλοντος στο “Χρυσόβουλο” (27320 62122), εστιατόριο των Luxury Suites Moni Emvasis, με θέα που κόβει την ανάσα: το μενού του Μεγάλου Σαββάτου μεταξύ άλλων περιλαμβάνει παραδοσιακή μαγειρίτσα, “φωλιά” από πράσο με παλαιωμένη γραβιέρα και μανιάτικο σύγκλινο, σιγομαγειρεμένο κότσι αρνιού σε κρούστα μυρωδικών, με πουρέ σελινόριζας- πράσινου μήλου.

Οινική εμπειρία – Η αξιόπιοτη κυδωνίτσα και η malvasia των θρύλων
Αν αγαπάς το κρασί και τις ιστορίες του, αξίζει την επίσκεψή σου η οινοποιητική Τσιμπίδη (2732 071705) κανένα 10λεπτο μακριά από την Καστροπολιτεία. Θα μάθεις τα πάντα για τη θρυλική Μονεμβασία-Malvasia και την αναγέννησή της χάρις το πείσμα της οικογένειας Τσιμπίδη.

Το γλυκόπιοτο, λιαστό κρασί, που μνημονεύει ο δούκας του Κλάρενς στο “Ριχάρδο ΙΙΙ” του Σαίξπηρ (“Να με πνίξετε σ’ ένα βαρέλι με κρασί μαλβαζία”) μας πηγαίνει πίσω στον 12ο αιώνα, στην παραγωγή του στη βυζαντινή Μονεμβασιά, με το λιμάνι του κάστρου να είναι αραξοβόλι και κέντρο ανεφοδιασμού των διερχόμενων πλοίων από Ανατολή και Δύση. Αλλά θα ευχαριστηθείς και την κυδωνίτσα, τη σπάνια γηγενή ποικιλία της Λακωνίας που οι “Τσιμπίδηδες” καλλιεργούν, μελετούν και οινοποιούν σε βιολογικούς αμπελώνες στην ενδοχώρα της Μονεμβασιάς εδώ και πολλά χρόνια.

Πάσχα χωρίς αυτοκίνητα -όπως καταλαβαίνεις- σημαίνει ότι από τη στιγμή που θα διαβείς τη γέφυρα της δυτικής πύλης του θαλασσόδαρτου φρουρίου, θα πρέπει να κουβαλήσεις με τα πόδια τις βαλίτσες σου. Άρα όσο ελαφρύτερες, τόσο το καλύτερο, γιατί τα ροδάκια δεν δουλεύουν σε βυζαντινά καλντερίμια. Υπάρχει πάντως και η δυνατότητα να πληρώσεις το σχετικό αντίτιμο στους αχθοφόρους της εισόδου -συνεννοείσαι μαζί τους επιτόπου ή με το ξενοδοχείο όπου θα μείνεις- ώστε να μεταφέρουν τα πράγματα εκείνοι.

Πηγή: athinorama.gr

Εγγραφείτε στο κανάλι μας στο You Tube

Δες επίσης

Στέλεχος του ΣΔΟΕ έκανε τον κούριερ και συνέλαβε 38χρονο που παραλάμβανε δέμα με 2,5 κιλά χασίς – Καταγράφηκε όλο σε βίντεο

Λαβράκια έβγαλαν τις προηγούμενες ημέρες τα στελέχη του Τμήματος Δίωξης Ναρκωτικών και Όπλων του Σ.Δ.Ο.Ε …

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *