Παρέα με μια οικογένεια Τούρκων φίλων, ξεκίνησα μ’ ένα βραδινό λεωφορείο για μια ολιγοήμερη εκδρομή στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας.
Έπειτα από μέρες στην ανελέητη κίνηση και τις καυτές θερμοκρασίες της Κωνσταντινούπολης, ο δρόμος για την Αμάσρα προσέφερε νότες δροσιάς αλλά και αρκετές ψιχάλες, μάλλον αναπόφευκτες σ’ αυτή την καταπράσινη γωνιά της Τουρκίας. Το road trip ξεκίνησε από έναν αχαρακτήριστο αυτοκινητόδρομο στα περίχωρα του Τσόρλου, μιάμιση ώρα δυτικά της Πόλης, χωρίς πολλές ερωτήσεις, αλλά αγκαλιάζοντας τις ταξιδιωτικές εκπλήξεις σε κάθε κυριολεκτική και μεταφορική στροφή στο δρόμο μας.
Πρώτη στάση: Γλυκιά μου Σαφράμπολη
Eκπλήξεις έκρυβε σε κάθε γωνιά η Σαφράμπολη -απ’ τα ιστορικά οθωμανικά αρχοντικά στον καφέ στη χόβολη.
Σταθερή στάση για τα καραβάνια στο Δρόμο του Μεταξιού απ’ τον 13ο κιόλας αιώνα, η Safranbolu (στα τουρκικά), στην επαρχία Καραμπούκ, παίρνει το όνομά της απ’ το ακριβότερο μπαχαρικό του κόσμου, το σαφράνι, σύμβολο της πόλης και αναντικατάστατο υλικό για γαστρονομικές απολαύσεις και βιολογικά καλλυντικά που ανακαλύψαμε παντού στα μαγαζάκια της. Ο κεραυνοβόλος έρωτας ξεκίνησε όμως απ’ τον πανοραμικό λόφο Hıdırlık, κάτω απ’ τον οποίο απλώνεται, σαν καρτ ποστάλ μιας περασμένης εποχής, μια μονάκριβη συλλογή από δεκάδες ανακαινισμένα παραδοσιακά αρχοντικά που ξεχύνονται στο φαράγγι. Στο απόγειο της φήμης του κοσμοπολίτικου αυτού εμπορικού κέντρου, τον 17ο αιώνα, η αρχιτεκτονική του αποδείχτηκε ιδιαίτερα επιδραστική για την υπόλοιπη Οθωμανική Αυτοκρατορία, σύμφωνα με την UNESCO, που συμπεριέλαβε την παλιά πόλη στη λίστα Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς.
Σεργιανίζοντας αργότερα στο Eski Çarşı, το παλιό παζάρι της Σαφράμπολης, αντικρίσαμε ένα απ’ τα πιο διάσημα τοπόσημα της πόλης: το καραβανσαράι “Cinci Hanı” του 1645 λειτούργησε μέχρι τον 20ό αιώνα – όταν ο σιδηρόδρομος ανέτρεψε οριστικά τα δεδομένα στο διαχρονικό αυτό πέρασμα μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Σήμερα, ένα σύγχρονο ξενοδοχείο αναδεικνύει τoν αυθεντικό χαρακτήρα του σε 63 δωμάτια, μία σουίτα κι ένα “δωμάτιο του Αγά” γύρω απ’ τη λευκή, λιθόχτιστη εσωτερική αυλή του. Εδώ βρίσκεται και το μικρό Μουσείο του Καφέ –το πρώτο της Τουρκίας– που σερβίρει συν τοις άλλοις μοσχοβολιστές βερσιόν που δεν θα βρείτε αλλού.
Το τσάι με ντόπια λουκούμια είναι γνώριμο τελετουργικό όλες τις ώρες της ημέρας στη Σαφράνμπολη.
Στo γειτονικό ατμοσφαιρικό οθωμανικό σπίτι-μουσείο “Kaymakamlar Konagi” μπορείς να πάρεις μια αυθεντική γεύση απ’ την καθημερινότητα εδώ τον 18ο-19ο αιώνα, ενώ στην αυλή του ο χρόνος μοιάζει να σταματά πάνω από ένα φλιτζάνι αχνιστού καφέ με σαφράνι στη χόβολη, αλλά και με προνομιακή θέα στο τζαμί του Πασά Ιζέτ Μεχμέτ (1796), ένα απ’ τα μεγαλύτερα που κατασκευάστηκαν την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Κατεβαίνοντας αργότερα τα σκαλάκια στην αυλή του τζαμιού, αντίκρισα το φαράγγι Akcasu, ένα απ’ τα τρία που δημιουργήθηκαν από ισάριθμες ρεματιές· στιβαρές πέτρινες καμάρες χτίστηκαν στα πιο στενά περάσματά των φαραγγιών για να στηρίξουν τα ιστορικά κτίσματα της Σαφράμπολης (πιο περιπετειώδεις εξορμήσεις στο Akcasu διοργανώνει το www.paphlagoniatour.com).
Δερματοπώλες, βυρσοδέψες και σιδηρουργοί “άνθισαν” ανά τους αιώνες στην περιοχή – και ακόμα ρίχνουν ιδρώτα πάνω από πολυδουλεμένα εργαλεία και πρακτικές. Λίγα βήματα απ’ το τζαμί, πιάνω εν δράσει τον κλειδαρά και σιδηρουργό Huseyin Ozdemir, γέννημα-θρέμμα Σαφράμπολης, με μια ταμπέλα να τον αναδεικνύει περήφανα ως έναν απ’ τους αρχιμάστορες της UNESCO χάρη στις περίτεχνες πόρτες και χερούλια που φτιάχνει με μεράκι, εδώ και δεκαετίες, από κρύο και καυτό σίδερο στην ανοιχτή φωτιά.
Οι ντόπιες γεύσεις, πάντως, έρχονται με τη δική τους σφραγίδα αυθεντικότητας: τα ολόφρεσκα λουκούμια Σαφράμπολης, πιο ελαφριά και με λιγότερη ζάχαρη απ’ τις κλασικές “τουρκικές λιχουδιές”, είναι προϊόν προστατευόμενης γεωγραφικής ένδειξης – και δεν απογοητεύουν. Πεταγόμασταν με λιγούρα από πάγκο σε πάγκο στο “Imren” του 1942, ανάμεσα σ’ άλλα, για να τα δοκιμάσουμε με σαφράνι, φουντούκι, πράσινο φιστίκι, καρύδα και, το προσωπικό μου αγαπημένο, τριαντάφυλλο (Cesme Mah. Kayyim Ali Sk. No 4), ενώ πήραμε για το σπίτι και πεντανόστιμα παξιμαδάκια με σαφράν απ’ το λόφο Hıdırlık. Αφήστε όμως λίγο χώρο και για ένα αφράτο simit (το γνωστό μας κουλούρι), που βράζεται σε χάλκινα καζάνια πριν ψηθεί σε χτιστό ξυλόφουρνο – μια συνταγή που περνά από γενιά σε γενιά απ’ το 1860.
Γιορούκ: H ταπεινή πατρίδα μιας ντίβας του μπελ κάντο
Χωριό Γιορούκ, εδώ που κάπου τριγύρναγε η διάσημη Τουρκάλα σοπράνο Leyla Gencer.
Aνερχόμενος σταρ της ευρύτερης περιοχής της Σαφράμπολης, 11 χλμ. μακριά απ’ την πόλη, το γαλήνιο τουρκομανικό Yörük Κöyü (χωριό Γιορούκ) μετρά 700 χρόνια ιστορίας – και το δείχνει. Τα περίπου 130 πέτρινα, κεραμόσκεπα οθωμανικά σπίτια του 18ου-20ού αιώνα, που κοσμούν τα καλντερίμια του, είναι τα περισσότερα δίπατα, με χαρακτηριστικά ταβάνια και επένδυση από ξύλο. Στην πλειοψηφία τους, έχουν βαθιά χαραγμένα πάνω τους τα σημάδια του χρόνου, αλλά αντιστέκονται πεισματικά· σ’ αυτό βοηθούν μάλλον και τα ασπράδια αβγών που χρησιμοποιήθηκαν ανάμεσα στις πέτρες για αντίσταση στους σεισμούς.
Ανάμεσά τους στέκει περήφανα και η προτομή της Leyla Gencer, της διάσημης Τουρκάλας σοπράνο του μπελ κάντο, η σκούφια της οποίας κρατά απ’ αυτό το ταπεινό χωριό της Ανατολίας με τους κατοίκους που όλο και μειώνονται. Στο κέντρο του βρίσκονται μαγαζιά με ντόπια σουβενίρ και ένα παλιό αρχοντικό που έχει χωριστεί σε δύο υπέροχα ανακαινισμένες, επισκέψιμες κατοικίες, τις Sipahioğlu Konağı και Kasım Sipahioğlu Konağı, που αφηγούνται τη δική τους ιστορία μέσα από πρακτικά καθημερινά αντικείμενα (λάμπες πετρελαίου, ένα μύλο καφέ, ένα κεντητό νυφικό, δύο πικάπ, πολύχρωμα υφαντά). Εδώ παρακολουθήσαμε και μια ζωηρή περφόρμανς από την κωμικό Filiz Teyze, που μετρά 90.000 φαν στο Instagram αλλά διόλου δεν κατάλαβα, πέρα απ’ το ότι φάνηκε να κάνει τους πάντες να ξεκαρδίζονται στα γέλια. Για το ανκόρ, παραδοσιακοί καφενέδες-εστιατόρια, όπως οι “Κursun Tasi” και “Yörük Sofrasi”, σερβίρουν αριάνι (ρόφημα γιαουρτιού), γκιουζλεμέ (γεμιστές πίτες), ντολμαδάκια και ζεστό σπιτικό μπακλαβά στους όμορφους κήπους τους, που διόλου δεν μοιάζει να άγγιξαν οι αιώνες.
Φαράγγι Tokatli: Πικνίκ και zip line
Την καλύτερη θέα στο φαράγγι θα την έχεις βολτάροντας με το zipline.
Μισή ώρα περίπου απ’ το Γιορούκ, το φαράγγι Tokatli παντρεύει γαλήνη κι αδρεναλίνη. Μια γυάλινη πλατφόρμα κοντά στο πάρκινγκ στην είσοδό του προσφέρει ένα υπέροχο πανόραμα του φιδωτού, καταπράσινου φαραγγιού από 80 μέτρα ψηλά. Από εδώ και πέρα, η κάθε παρέα παίρνει το δρόμο της: όσοι προγραμμάτισαν απλά μια σύντομη στάση αράζουν στα τραπεζάκια με θέα στην κορυφή του γκρεμού. Οι φυσιολάτρες και ενθουσιώδεις περιπατητές παίρνουν τον ξύλινο διάδρομο που σε κατεβάζει στην πράσινη καρδιά του φαραγγιού, που διασχίζει ένας μικρός καταρράκτης. Ένα καφέ σερβίρει τσάι και γκιουζλεμέ, ενώ ξύλινοι πάγκοι περιμένουν την επόμενη τουρκική οικογένεια με το αξιοζήλευτο καλάθι του πικνίκ. Προσωπικά προτίμησα τον τρίτο δρόμο, την εναέρια τροχαλία, για να πεταχτώ μέχρι την απέναντι πλευρά του φαραγγιού, με το κάθε δευτερόλεπτο δράσης ν’ αποκαλύπτει μια νέα πτυχή ενός αδάμαστου τοπίου σε όλο του το μεγαλείο.
Aύρα Μεσογείου στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας
Το Μουσείο της Αμάσρας ανατρέχει στην ελληνιστική, ρωμαϊκή, βυζαντινή και οθωμανική ιστορία σ’ ένα πέτρινο κτίριο με όμορφο κήπο λίγα βήματα απ’ τη θάλασσα.
Στο νότιο άκρο του καρτποσταλικού Küçük Liman, το Μουσείο της Αμάσρας (η αρχαία Άμαστρις της Παφλαγονίας ή Σήσαμος κατά τον Όμηρο) συνοψίζει αιώνες ελληνιστικής, ρωμαϊκής, βυζαντινής και οθωμανικής ιστορίας σ’ ένα κομψό πέτρινο κτίριο του 19ου αιώνα, με τον καλοδιατηρημένο κήπο του να προσφέρει, ανάμεσα σε αρχαίες επιγραφές και αγάλματα, γραφικές ματιές στον κόλπο. Λίγα βήματα παραπέρα, η παλιά πόλη Amasra Kaleiçi εναλλάσσει τους πάγκους του κεντρικού παζαριού Cekiciler Carsisi, που ξεχειλίζει από κιτσάτα σουβενίρ και χειροποίητα μικροαντικείμενα –η ξυλογλυπτική είναι παράδοση στην Αμάσρα και τα γύρω χωριά απ’ τον 17ο αιώνα–, με μπουτίκ ξενοδοχεία, μαγαζιά με λουκούμια κι εστιατόρια με θαλασσινά στα γύρω πλακόστρωτα.
Το Φρούριο της Αμάσρας παντρεύει ρωμαϊκές, βυζαντινές και γενοβέζικες επιρροές, ενώ μια βυζαντινή εκκλησία του 9ου αιώνα, εντός των τειχών του, μετατράπηκε στο τζαμί Φατίχ μετά την κατάκτηση της πόλης απ’ τους Οθωμανούς το 1460. Η πέτρινη μονότοξη γέφυρα Kemere συνδέει το νησί Boztepe με την ηπειρωτική Aμάσρα – και εδώ, μεταξύ των δύο γραφικών οικισμών και της θάλασσας, πήραμε τις ωραιότερες φωτογραφίες.
Το “Turgut Reis Cafe” και το εστιατόριο θαλασσινών “Çeşm-i Cihan” προσφέρουν άπιαστη θέα στο λιμάνι, τα ενδότερα όμως κρύβουν νόστιμες εκπλήξεις όπως το “Amasra Soffrasi” (Kum Mahallesi, Hamam Sk. No:2/A), που σερβίρει από γενναιόδωρο τουρκικό πρωινό μέχρι ψαρικά, pide (μακρόστενη τουρκική πίτσα), menemen (καγιανά) και, για τους ταγμένους κρεατοφάγους, μια λαχταριστή συλλογή από κεφτέδες και κεμπάπ. Τα ντόπια στέκια και τα γεμάτα πιάτα είναι πάντα μια καλή εναλλακτική, γιατί κι εδώ φάγαμε τις ψιχάλες μας. Όταν όμως τα σύννεφα αποχωρούν, το γλυκό γαλάζιο της Μαύρης Θάλασσας χορταίνει την ψυχή.
Η Αμάσρα βρίσκεται πεντέμιση ώρες με το αυτοκίνητο βορειοανατολικά της Κωνσταντινούπολης. Προτείνουμε μια νύχτα διαμονή σ’ ένα απ’ τα οθωμανικού στυλ πανδοχεία της Σαφράνμπολης, περίπου τεσσερισήμισι ώρες απ’ την Πόλη, για εύκολες εξορμήσεις στο φαράγγι Τοκάτλι και το χωριό Γιορούκ, πριν συνεχίσετε το ταξίδι βόρεια για τη Μαύρη Θάλασσα.
φώτο Shutterstock
www.athinorama.gr