Η ομιλία (12 Νοεμβρίου 2024) του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην ολομέλεια της Βουλής, στη συζήτηση για το σχέδιο νόμου «Αναμόρφωση του θεσμού του Προσωπικού Ιατρού – Σύσταση Πανεπιστημιακών Κέντρων Υγείας και άλλες διατάξεις του Υπουργείου Υγείας»
“Ευχαριστώ, κ. Πρόεδρε. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Μπορεί η Βουλή να εμφανίζει σήμερα μία ελαφρώς διαφορετική εικόνα μετά τις τελευταίες «αναδιατάξεις» στα έδρανα της αντιπολίτευσης, αντίθετα, όμως, το νομοσχέδιο το οποίο συζητούμε είναι μέρος μίας σταθερής διαδρομής που αναβαθμίζει τη δημόσια υγεία υπηρετώντας τρεις κεντρικούς στόχους: την εκτεταμένη πρόληψη -θα μιλήσω εκτενώς γι΄ αυτό στη συνέχεια-, την οργάνωση της πρωτοβάθμιας φροντίδας, την ανακαίνιση 93 νοσοκομείων και 156 κέντρων υγείας. Κι όλα αυτά, φυσικά, δίπλα σε νέους διορισμούς υγειονομικών και σε σημαντικά μέτρα βελτίωσης των αποδοχών τους.
Πρόκειται, με άλλα λόγια, για ένα φιλόδοξο σχέδιο. Πιστεύω ότι δεν έχει προηγούμενο στην ιστορία του ΕΣΥ, προϋποθέτει συνεπώς και χρόνο και μεγάλη επιμονή στην εκτέλεσή του. Αναμφίβολα, ωστόσο, αποτελεί ένα έργο το οποίο γίνεται πράξη μέρα με τη μέρα, γι΄ αυτό άλλωστε και απαιτεί συνεχή παρακολούθηση ώστε από τη μία πλευρά να αίρονται τα πολλά εμπόδια που αρχικά δεν είχαν προβλεφθεί, αλλά και να προωθούνται από την άλλη σημαντικές παρεμβάσεις που επιταχύνουν την προσπάθεια, διορθώνοντας τις όποιες αρρυθμίες μπορεί να προκύπτουν.
Και μία τέτοια παρέμβαση αποτυπώνουν και οι νέες διατάξεις που θέτουν στο επίκεντρο της προσοχής μας τον προσωπικό γιατρό. Έναν θεσμό, ο οποίος η αλήθεια είναι ότι στην πατρίδα μας άργησε, όχι μόνο γιατί πολλά τεχνικά ζητήματα εμπόδιζαν την εφαρμογή του από την πολιτεία, όσο κυρίως γιατί πιστεύω ότι τελικά η σημασία του προσωπικού γιατρού υποτιμήθηκε τόσο από την ιατρική κοινότητα όσο και από τους ίδιους τους πολίτες. Δεν είναι τυχαίο ότι σχεδόν το 44% των ασφαλισμένων σήμερα δεν έχουν ακόμα ενταχθεί στο σύστημα του προσωπικού γιατρού.
Κι όμως, ας συμφωνήσουμε τουλάχιστον, παρά τις επιμέρους διαφορές που μπορεί να έχουμε ως προς την υλοποίηση του θεσμού, ότι ο προσωπικός γιατρός είναι ένα πολύ σημαντικό σημείο υγειονομικής αναφοράς. Μπορεί να μας εξασφαλίζει ποιοτική και δωρεάν παρακολούθηση της υγείας μας για όλη τη ζωή.
Δεν είναι ο προσωπικός γιατρός αυτός ο οποίος απλά θα μας γράψει τα φάρμακα χωρίς αμοιβή. Είναι εκείνος ο οποίος θα μας συμβουλεύσει για τα εμβόλια, για τις εξετάσεις τις οποίες πρέπει να κάνουμε, είναι εκείνος ο οποίος θα πρέπει να μας κατευθύνει στο νοσοκομείο και είναι κυρίως εκείνος ο οποίος θα ενημερώνει και θα παρακολουθεί τον ψηφιακό φάκελο του ασθενούς, που σύντομα θα έχουμε όλοι.
Ακριβώς στην αναμόρφωση αυτού του πολύτιμου θεσμού κατατείνουν και οι ρυθμίσεις του νέου νομοσχεδίου, ώστε να μπορέσουμε να καλύψουμε, όπως φιλοδοξούμε, το σύνολο του ελληνικού πληθυσμού, με παράλληλες προβλέψεις, αυξάνοντας με νέα κίνητρα τη δεξαμενή των διαθέσιμων επιστημόνων, εμπλουτίζοντας τις κατηγορίες των δυνητικών προσωπικών γιατρών, αλλά φροντίζοντας ταυτόχρονα και για την διαρκή τους επιμόρφωση, διευκολύνοντας όμως ταυτόχρονα και τους πολίτες σε όλη την επικράτεια να επιλέγουν εύκολα τον γιατρό της προτίμησής τους.
Στο εξής, λοιπόν, ο αριθμός των προσωπικών γιατρών γίνεται μεγαλύτερος, γιατί σε αυτόν προστίθενται όλοι οι αγροτικοί αλλά και οι ειδικευόμενοι του τελευταίου έτους της γενικής ιατρικής αφού λάβουν την απαιτούμενη επιμόρφωση. Και στο πεδίο των κινήτρων, προσωπικοί γιατροί θα μπορούν να γίνουν όλοι, είτε υπηρετούν σε μονάδες πρωτοβάθμιας υγείας είτε διαθέτουν δικό τους ιατρικό ιατρείο.
Σημειώνω ότι τα έσοδά τους ανά ασθενή θα είναι ανεξάρτητα από τις άλλες αποδοχές τους και το όριο των εγγραφών θα φτάνει τους 2.000 πολίτες ανά γενικό ιατρό. Μιλάμε, δηλαδή, για μια πρόσθετη αμοιβή, η οποία μπορεί να φτάσει μέχρι τα 11.000 ευρώ ετησίως.
Και προφανώς, οι Ελληνίδες και οι Έλληνες δεν θα επιβαρύνονται καθόλου για τις υπηρεσίες που παρέχονται. Θα μπορούν, ωστόσο, να επιλέγουν και ειδικούς εκτός ΕΟΠΥΥ, αναλαμβάνοντας βεβαίως οι ίδιοι το κόστος. Όπως, επίσης, θα έχουν τη δυνατότητα να συνεργάζονται με τον γιατρό της προτίμησής τους, ακόμα και εκτός Δήμου στον οποίο κατοικούν. Και αυτό μέσω μιας απλής διαδικασίας, ψηφιακά, τηλεφωνικά ή με απευθείας συνεννόηση με τον γιατρό ή τον φαρμακοποιό τους.
Δύο ακόμα πρωτοβουλίες που νομίζω ότι αξίζουν μια ξεχωριστή αναφορά. Πρώτον, μια γενναία απόφαση να αμείβονται με ένα εφάπαξ ποσό 40.000 ευρώ όσοι απόφοιτοι της ιατρικής ακολουθούν την ειδικότητα της γενικής οικογενειακής ιατρικής ή της εσωτερικής παθολογίας. Είναι μια πρακτική δοκιμασμένη σε πολλά κράτη. Έχουμε μια μεγάλη έφεση στην κοινότητα των φιλόδοξων γιατρών προς την άμεση εξειδίκευση. Παραβλέπουμε, όμως, ότι δυστυχώς οι γενικοί γιατροί και οι οικογενειακοί γιατροί είναι μόλις στο 6% όταν στην υπόλοιπη Ευρώπη είναι το 20% κι όταν οι ανάγκες για γενική ιατρική και για παθολογία θα βαίνουν αυξανόμενες, καθώς το σύστημα υγείας θα αντιμετωπίζει τους ασθενείς ολοένα και περισσότερο μέσα από το πλαίσιο μιας ολιστικής προσέγγισης αντιμετώπισης της υγείας τους.
Οπότε, εγώ θέλω να συγχαρώ το Υπουργείο γι’ αυτή την πολύ γενναιόδωρη κίνηση και να ενθαρρύνω τους νέους γιατρούς οι οποίοι σκέφτονται την ειδικότητά τους, να αξιολογήσουν πολύ σοβαρά την προοπτική της γενικής οικογενειακής ιατρικής ως ειδικότητα, όπως και αυτή της παθολογίας. Πιστεύω ότι θα τους προσφέρει έναν πολύ καλό δρόμο μελλοντικής αποκατάστασης επαγγελματικής.
Και βέβαια, θέλω να σταθώ και στην ίδρυση των 8 πανεπιστημιακών κέντρων υγείας, στελεχωμένων με διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό των ιατρικών σχολών. Θα έχουν μία διπλή αποστολή: και να συμβάλλουν, προφανώς, στην παροχή υπηρεσιών πρωτοβάθμιας υγείας και πρόληψης, αλλά και να επιμορφώνουν κυρίως νέους γιατρούς στην πρωτοβάθμια φροντίδα. Θα μπορούν, επίσης, να αντιμετωπίζουν τοπικά έκτακτα περιστατικά. Μεγάλη πρόκληση στο σύστημα υγείας, ειδικά όσον αφορά στα επείγοντα, είναι να μην φτάνουν τόσα περιστατικά στα επείγοντα των νοσοκομείων, αν αυτά μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά σε ένα πρωτοβάθμιο κέντρο υγείας. Γι’ αυτό χρειάζεται μία ενίσχυση των κέντρων αλλά και μία αλλαγή νοοτροπίας από τους ίδιους τους ασθενείς.
Κυρίες και κύριοι, θα ακολουθήσω την παραίνεση του Προέδρου και δεν θα μακρηγορήσω ιδιαίτερα σήμερα. Όμως, θα ήθελα να κάνω μια ειδική αναφορά στα πολύ σημαντικά βήματα τα οποία γίνονται στον τομέα της πρόληψης και της δημόσιας υγείας εν γένει. Είναι μία πολιτική η οποία, σύμφωνα με τις έρευνες, είναι καθοριστική για το προσδόκιμο της ζωής είτε μιλάμε για τις πολιτικές δημόσιας υγείας, όσον αφορά την γενικότερη υγιεινή ζωή, είτε μιλάμε για τις προληπτικές εξετάσεις.
Και προφανώς δεν χρειάζεται να είναι κανείς επιστήμονας για να γνωρίζει ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης συμπεριφοράς και των συνηθειών μας, τα οποία προάγουν τελικά μια καλή υγεία: να μην καπνίζουμε, να τρώμε υγιεινά, να προσέχουμε το βάρος μας, να πίνουμε λίγο και να αθλούμαστε.
Προσέξτε, αν κανείς κάνει και τα πέντε αυτά σε σχέση με κάποιον ο οποίος δεν κάνει κανένα από αυτά, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, για να μπορούμε να κάνουμε και όλοι εμείς την δική μας αυτοκριτική, η διαφορά στο προσδόκιμο ζωής μπορεί να είναι 18 χρόνια. Επαναλαμβάνω, 18 χρόνια διαφορά στο προσδόκιμο ζωής μεταξύ του να ζει κάποιος μια βασική υγιεινή ζωή ή μια τελείως ανθυγιεινή ζωή.
Για να το σκεφτούμε αυτό και να αναλογιστούμε πόσο μεγάλη ευθύνη έχουμε, κυρίως απέναντι στις νεότερες γενιές, να τους εκπαιδεύσουμε στο τι τελικά σημαίνει όχι απλά να αυξάνουμε το προσδόκιμο της ζωής μας αλλά να επιλέγουμε μια ζωή που θα μας εξασφαλίσει μεγαλύτερες πιθανότητες να γεράσουμε καλά και να μπορούμε να χαιρόμαστε και τα γηρατειά μας, χωρίς τις επιβαρύνσεις των μακροχρόνιων ασθενειών.
Για πρώτη φορά, λοιπόν, στη χώρα μας αποκτούμε ένα οργανωμένο πρόγραμμα πρόληψης και δημόσιας υγείας. Είναι μια από αυτές τις πολλές μεταρρυθμίσεις, που κάποιοι μας έλεγαν ότι δεν μπορούν να γίνουν πράξη. Και όμως γίνονται. Και είναι μια μεταρρύθμιση η οποία ήδη έχει χειροπιαστά αποτελέσματα. Θα επανέλθω στις πολιτικές της δημόσιας υγείας, επιτρέψτε μου να σταθώ λίγο περισσότερο στην σημασία που αποδίδω στις προληπτικές εξετάσεις.
Το πρόγραμμα «Προλαμβάνω» είναι ένα πρόγραμμα-«ομπρέλα» που δίνει τη δυνατότητα σχεδόν στο σύνολο του πληθυσμού να κάνει εγκαίρως και δωρεάν τις βασικές προληπτικές εξετάσεις που απαιτούνται στην εποχή μας.
Ξεκίνησε με το πρόγραμμα «Φώφη Γεννηματά» για την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του μαστού. Έχουμε σχεδόν, προσέξτε, 500.000 γυναίκες οι οποίες έκαναν μαστογραφία προληπτική ως αποτέλεσμα αυτού του προγράμματος. Περίπου 30.000 εντοπίστηκαν με ευρήματα. Αυτές οι γυναίκες είχαν καρκίνο του μαστού και δεν το γνώριζαν. Και αν δεν πήγαινε το κράτος να τις στείλει ένα μήνυμα και να τις παροτρύνει να ξεπεράσουν τον φόβο τους και να κάνουν αυτή την προληπτική εξέταση, το πιο πιθανό είναι ότι θα εντόπιζαν τον καρκίνο σε ένα πιο προχωρημένο στάδιο, όταν ενδεχομένως οι πιθανότητες ίασης να ήταν πολύ μικρότερες. Και ξέρουμε πια ότι ειδικά ως προς τον καρκίνο, η έγκαιρη διάγνωση είναι το κλειδί για την ίαση. Ο καρκίνος του μαστού, αν διαγνωστεί νωρίς, γίνεται ιάσιμος σε ποσοστό 90 με 95%.
Στόχος είναι να εξεταστούν για το συγκεκριμένο νόσημα σχεδόν 2 εκατομμύρια Ελληνίδες. Και εγώ παροτρύνω τις γυναίκες οι οποίες έχουν λάβει το σχετικό μήνυμα να μην το αγνοήσουν. Να ξεπεράσουν τον φόβο, την όποια δυσανεξία, η οποία μπορεί να υπάρχει γύρω από αυτή την εξέταση και να αντιληφθούν την σημασία του να ελέγχουν οι ίδιες την υγεία τους και να αξιοποιήσουν αυτό το σημαντικό εργαλείο το οποίο τους δίνει η Ελληνική Πολιτεία.
Ταυτόχρονα, 2,6 εκατομμύρια γυναίκες ηλικίας 21 ως 65 ετών έχουν ενημερωθεί για την πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, είναι το δεύτερο σε συχνότητα ογκολογικό νόσημα παγκοσμίως. Η δράση αυτή συνδυάζεται και με τον εμβολιασμό κατά του HPV, του ιού που προκαλεί τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας. Προσέξτε, έχουμε μία δυνατότητα να εξαφανίσουμε από προσώπου γης αυτόν τον καρκίνο, αρκεί να φροντίσουμε ώστε τα παιδιά μας, οι έφηβοί μας, αγόρια και κορίτσια, να εμβολιάζονται στη σωστή ηλικία.
Και επειδή ξέρω ότι υπάρχει πάντα μια σχετική επιφύλαξη για τα εμβόλια, εγώ θα ενθαρρύνω το Υπουργείο Υγείας να ξεκινήσουμε -και να ζητήσω τη βοήθεια όλων σας- μια καινούργια προσπάθεια για να αυξήσουμε τα ποσοστά εμβολιασμού κατά του HPV. Με αυτόν τον τρόπο, θα προστατεύσουμε τις γυναίκες της επόμενης γενιάς από μία ασθένεια την οποία, επαναλαμβάνω, μπορούμε ουσιαστικά να την εξαλείψουμε εάν πάμε σε ένα πρόγραμμα καθολικού εμβολιασμού.
Και βέβαια, πρόσφατα, ξεκίνησε και η πρωτοβουλία κατά του καρκίνου του παχέος εντέρου. Έχουν ήδη εκδοθεί παραπεμπτικά για 1,5 εκατομμύριο δικαιούχους από τους σχεδόν 2,8 εκατομμύρια, γυναίκες ή άνδρες. Και εγώ πήγα στο φαρμακείο και προμηθεύτηκα εύκολα και με την απαραίτητη επεξήγηση από τον φαρμακοποιό το σχετικό self-test.
Να τονίσουμε για ακόμα μια φορά ότι το να βγει θετικό το self-test δεν σημαίνει ότι κάποιος έχει καρκίνο. Είναι απλά μία πρώτη ένδειξη ότι πρέπει να πάει σε γαστρεντερολόγο και ενδεχομένως να χρειαστεί να υποβληθεί σε κολονοσκόπηση. Είναι, δηλαδή, ένα πρώτο βασικό σκρινάρισμα ώστε να μην υποβάλλουμε όλους τους πολίτες, ειδικά από μία ηλικία και κάτω σε κολονοσκόπηση, που είναι μία βαριά και σχετικά ακριβή διαδικασία. Είναι, όμως, μια πολύ σημαντική ένδειξη ώστε κάποιος πρέπει να κοιταχτεί περισσότερο. Δεν είναι ούτε λόγος πανικού ούτε λόγος να μην κάνει κάποιος το τεστ στην περίπτωση που φοβηθεί ότι θα βρει ένα θετικό εύρημα.
Παρά τις όποιες αρχικές δυσκολίες, νομίζω το πρόγραμμα εξελίσσεται καλά και φυσικά το ζητούμενο δεν είναι μόνο να κάνει κανείς τη διαγωνιστική εξέταση, αλλά να έχει προβλέψει όλη τη διαδρομή του ασθενή, από τη στιγμή που μπορεί να εντοπιστεί ένα εύρημα μέχρι τη στιγμή που θα του παράσχει ο ειδικός την απαραίτητη θεραπευτική αγωγή.
Και βέβαια, στο ίδιο μέτωπο, τις επόμενες εβδομάδες εγκαινιάζεται και η πολύ σημαντική πρωτοβουλία για τα καρδιαγγειακά νοσήματα. Θα αφορά παραπάνω από 5 εκατομμύρια συμπολίτες μας και θα περιλαμβάνει και αιματολογικό τσεκάπ και επισκέψεις σε γιατρό. Ο σκοπός μας ποιος είναι; Να μπορούμε να κάνουμε μία όσο το δυνατόν πιο επιστημονικά τεκμηριωμένη εκτίμηση του καρδιαγγειακού κινδύνου, εξατομικευμένη για τον καθένα. Είναι εξετάσεις ανώδυνες, ανέξοδες, θα γίνονται το ίδιο εύκολα με τις άλλες, μέσω ενημερωτικών sms δηλαδή και με ραντεβού που κλείνονται ηλεκτρονικά, διευκολύνοντας τον πολίτη. Με αυτόν τον τρόπο, θα έλεγα, αντιλαμβάνομαι την έννοια ενός κράτους το οποίο τελικά φροντίζει τον πολίτη.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ξέρω ότι η δουλειά σας είναι να ασκείτε κριτική, αλλά αναρωτιέμαι πότε έχουν ξαναγίνει όλα αυτά στη χώρα μας, με αυτή τη μεθοδικότητα, αυτή τη συστηματικότητα και αυτή την πραγματικά φροντίδα για τη δημόσια υγεία και για τις προληπτικές εξετάσεις;
Και βέβαια, μιας και μιλήσαμε όχι μόνο για τον προληπτικό έλεγχο αλλά και για την δημόσια υγεία συνολικά και για τις πολιτικές μας όσον αφορά την ενημέρωση, θέλω να κάνω μία ειδική μνεία στη φιλόδοξη προσπάθεια την οποία κάνει το Υπουργείο για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, ειδικά της παχυσαρκίας των παιδιών μας, παιδιών και εφήβων, που δυστυχώς έχουμε αν όχι τα πρωτεία, είμαστε στις πρώτες τρεις θέσεις της Ευρώπης.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η παχυσαρκία των παιδιών και των εφήβων δυστυχώς έχει το αντίστροφο ταξικό πρόσημο από αυτό που μπορεί να είχε πριν από δύο γενιές. Όταν η Ελλάδα έβγαινε από την εποχή της πείνας, τα φτωχότερα παιδιά ήταν τα πιο πεινασμένα. Σήμερα, δυστυχώς, είναι εκείνα τα νοικοκυριά που δεν έχουν μεγάλη οικονομική δυνατότητα που καταφεύγουν στις εύκολες και φθηνές τροφές, που κατά κανόνα είναι και οι πιο ανθυγιεινές.
Γι΄ αυτό και στηρίζω απόλυτα αυτό το σύνολο των δράσεων ευαισθητοποίησης, κινητοποίησης παιδιών, γονιών και εκπαιδευτικών γύρω από τη σημασία της σωστής διατροφής και φυσικά τη σημασία της άσκησης. Νομίζω έχει κάνει η Αναπληρώτρια Υπουργός μια πολύ καλή αρχή, αλλά προφανώς και σε αυτή την προσπάθεια χρειαζόμαστε τη στήριξη όλων.
Συμπληρώνεται έτσι ένα ευρύ τόξο πρόληψης, προσανατολισμένο στα πιο σοβαρά χρόνια νοσήματα του καιρού μας και βέβαια, μια μεθοδική παρότρυνση από το κράτος να συμβουλευόμαστε το γιατρό, να καταφεύγουμε σε αυτόν, αλλά να είμαστε κι εμείς οι ίδιοι ενημερωμένοι πολίτες, ενημερωμένοι ασθενείς. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτή η έγκαιρη και σωστή διάγνωση αποκτά όλο και μεγαλύτερο ρόλο στις σύγχρονες πολιτικές υγείας, ενώ κι αυτές με τη σειρά τους καταλαμβάνουν όλο και μεγαλύτερο μερίδιο στις κοινωνικές πολιτικές των κυβερνήσεων.
Αν ρωτήσουμε τον μέσο Έλληνα πώς αντιλαμβάνεται την υγεία, το μυαλό του πηγαίνει αμέσως στα νοσοκομεία. Προφανώς, τα νοσοκομεία είναι πολύ σημαντικά -και θα έρθω στη συνέχεια στα βήματα υποστήριξής τους-, αλλά υγεία δεν είναι μόνο νοσοκομειακή περίθαλψη. Υγεία είναι πρωτοβάθμια περίθαλψη, είναι προσωπικός γιατρός, είναι διαγνωστικές εξετάσεις, είναι πολιτικές δημόσιας υγείας που προλαμβάνουν το νόσημα πριν τελικά φτάσει ο πολίτης να αρρωστήσει και να αναζητήσει την υποστήριξη του συστήματος υγείας.
Ξέρουμε ότι αυτή η εκτεταμένη πρόληψη ανακουφίζει το σύνολο όλης της υγειονομικής πυραμίδας, οδηγεί σε καλύτερες υπηρεσίες, προφανώς εξοικονομεί και πόρους, αλλά δεν είναι αυτός ο λόγος για τον οποίο εμείς προβαίνουμε σε αυτές τις πολιτικές. Αυτήν ακριβώς την κατεύθυνση υπηρετούν και ο προσωπικός γιατρός, η πρωτοβάθμια φροντίδα, οι διαγνωστικές εξετάσεις, η πρόληψη, είναι τομείς στους οποίους αναφέρθηκα.
Εκεί κατατείνουν, ωστόσο, και οι πολιτικές μας σε τρία ακόμα πεδία. Μίλησα για την αναβάθμιση των δομών υγείας, την αύξηση του προσωπικού, τη σταθερή βελτίωση των αποδοχών των νοσηλευτών, των γιατρών, του διοικητικού προσωπικού του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Αυτό είναι το τρίπτυχο, το οποίο συμπληρώνει το σχέδιό μας για την οικοδόμηση του νέου ΕΣΥ.
Αυτή την ώρα που μιλάμε βρίσκεται σε εξέλιξη η μεγαλύτερη κτιριακή παρέμβαση, η οποία γίνεται στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, στο χώρο της υγείας, με πόρους 650 εκατομμυρίων από το Ταμείο Ανάκαμψης και από το ΕΣΠΑ. Στο πλαίσιο αυτό, ανακαινίζονται σταδιακά νοσοκομεία και κέντρα υγείας σε ολόκληρη την επικράτεια, ανακαινίσεις που αφορούν ενεργειακή αναβάθμιση, ψηφιακή αναβάθμιση, αναβάθμιση σε επίπεδο ιατρικού εξοπλισμού. Όλο αυτό το σχέδιο ακολουθεί πολύ συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα.
Επισκέπτομαι όλη την επικράτεια, όπως και εσείς φαντάζομαι, και νομίζω ότι γνωρίζετε και όσοι συνάδελφοι έρχονται από την περιφέρεια ότι στα κέντρα υγείας γίνονται σήμερα πολύ σημαντικές παρεμβάσεις. Τα πρώτα 130 κέντρα υγείας θα έχουν ολοκληρωθεί μέχρι το επόμενο καλοκαίρι και τα υπόλοιπα μέχρι τα 156 που συνολικά αναβαθμίζονται, μέχρι το τέλος του 2025.
Γίνονται παρεμβάσεις -και θέλω να σταθώ ιδιαίτερα σε αυτό- στα τμήματα επειγόντων περιστατικών σε 93 νοσοκομεία. Οι παρεμβάσεις αυτές δεν αφορούν μόνο τον εξοπλισμό ή τις κτιριακές υποδομές, αφορούν και τις ίδιες τις εσωτερικές διαδικασίες με τις οποίες υποδεχόμαστε ένα περιστατικό στα τμήματα επειγόντων και τον τρόπο με τον οποίον τα διαχειριζόμαστε. Σε δύο χρόνια από τώρα οι πολίτες θα μπορούν να δουν μια πάρα πολύ ουσιαστική διαφορά στον τρόπο με τον οποίο το Εθνικό Σύστημα Υγείας υποδέχεται ακριβώς αυτά τα επείγοντα περιστατικά.
Να προσθέσω, επίσης, ότι χτίζονται τρία ολοκαίνουργια νοσοκομεία, δωρεά του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος»: το υπερσύγχρονο νέο Παιδιατρικό Νοσοκομείο στη Θεσσαλονίκη, το υπερσύγχρονο Γενικό Νοσοκομείο Κομοτηνής, το υπερσύγχρονο Γενικό Νοσοκομείο Σπάρτης. Κτιριακά αριστουργήματα. Νοσοκομεία, τα οποία, όμως, θα λειτουργούν και χωρίς ουσιαστικά χαρτί, με αποκλειστικά ψηφιακές εσωτερικές διαδικασίες.
Στο «Σωτηρία» δημιουργείται κέντρο ακτινοθεραπείας. Στο «Παπανικολάου» ανεγείρονται νέες εγκαταστάσεις για κυτταρικές και γονιδιακές θεραπείες, όπως και εξειδικευμένα αιματολογικά εργαστήρια. Είναι μία πολύ σημαντική, συνολική παρέμβαση στις υποδομές της υγείας σε ολόκληρη τη χώρα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ωστόσο, πολυτιμότερος πόρος του εθνικού μας συστήματος, δεν είναι άλλος από το έμψυχο δυναμικό του. Συνολικά, λοιπόν, την τελευταία πενταετία έχουν προσληφθεί 30.000 γιατροί, νοσηλευτές και διοικητικά στελέχη, για να αναπληρώσουν προφανώς και τις αποχωρήσεις από τις συνταξιοδοτήσεις. Μία διαδικασία που συνεχίζεται, καθώς προβλέπονται 10.000 επιπλέον διορισμοί έως το 2027. Μάλιστα, 2.000 από αυτούς θα κατευθυνθούν αποκλειστικά στην πρωτοβάθμια φροντίδα μέσα στην διετία που διανύουμε για να καλυφθούν υπάρχοντα κενά.
Τρίτο μέτωπο είναι αυτό το οποίο αφορά τις αποδοχές των υγειονομικών μας. Και αυτές ακολουθούν μια σημαντικά ανοδική τροχιά. Θέλω να θυμίσω ότι αυτές πέρυσι αυξήθηκαν κατά 10%. Ήταν οι πρώτες αυξήσεις που κάναμε στους δημοσίους υπαλλήλους, μαζί με τις ειδικές ενισχύσεις που αφορούν τη νοσοκομειακή απασχόληση και τις θέσεις ευθύνης, για να ακολουθήσει τώρα τον Ιανουάριο η νέα ετήσια αύξηση στο βασικό μισθό, η αυξημένη κατά 20% αποζημίωση για όλες τις εφημερίες, όλα αυτά με βάση οριζόντια. Υπάρχουν προφανώς και άλλες επιμέρους ενισχύσεις και κίνητρα, όπως -θυμίζω- τις πρόσθετες αμοιβές για τους προσωπικούς γιατρούς, για το προσωπικό των μονάδων εντατικής θεραπείας, τους αναισθησιολόγους μας, όσους υπηρετούν στα επείγοντα και στο ΕΚΑΒ.
Οι γιατροί του ΕΣΥ θα μπορούν ακόμα να συμμετέχουν, και το κάνουν ήδη -θα επανέλθω σε αυτό-, στα αμειβόμενα απογευματινά χειρουργεία. Εφόσον το επιθυμούν και με αυστηρές δικλείδες ασφαλείας, θα μπορούν να ασκούν και ιδιωτικό έργο. Είναι και αυτός ένας λόγος που επανέρχονται γιατροί στο Εθνικό Σύστημα Υγείας.
Ενώ από 1ης Ιανουαρίου, η αποζημίωση των εφημεριών τους θα φορολογείται αυτοτελώς με 22%, κάτι το οποίο αποτελούσε, όπως ξέρει και ο Υπουργός, πάγιο αίτημα των γιατρών του ΕΣΥ. Τι σημαίνει αυτό; Ένα καθαρό όφελος της τάξης των 200 ευρώ περίπου το μήνα.
Και βέβαια, να τονίσω ότι υπάρχουν και στοχευμένες πολιτικές υγείας, που προσαρμόζονται στις ιδιομορφίες και στη νησιωτικότητα του τόπου μας. Τον Σεπτέμβριο που μας πέρασε, θεσπίσαμε ξεχωριστά ειδικά κίνητρα για να μπορέσουμε να προσελκύσουμε και να κρατήσουμε γιατρούς σε απομακρυσμένα χωριά και σε νησιά, κάτι το οποίο αποτελούσε ένα διαχρονικό πρόβλημα όλων των κυβερνήσεων, δεν κληθήκαμε μόνο εμείς να το αντιμετωπίσουμε. Είναι μια ρύθμιση που προβλέπει ότι πέραν του μισθού τους και των διευκολύνσεων που μπορεί να υπάρχουν στην κατοικία τους, θα λαμβάνουν μια μηνιαία προσαύξηση που μπορεί να φτάσει, προσέξτε, έως τα 600 ευρώ τον μήνα, παραπάνω από 7.000 ευρώ τον χρόνο.
Προωθούμε, τέλος, και την ολική αναδιάταξη των απογευματινών χειρουργείων, έναν θεσμό που θέλω να θυμίσω στην αξιωματική αντιπολίτευση ότι προβλέφθηκε πρώτη φορά το 2017. Δεν λειτούργησε ουσιαστικά ποτέ, καθώς δεν προέβλεπε τίποτα για τους καταλόγους αναμονής που θα δημιουργούσε η διαδικασία αυτή ανά νοσοκομείο. Τώρα έχουμε δημιουργήσει μια ενιαία λίστα ώστε αυτή να παρακολουθείται από την Πολιτεία όσο και από τους ασθενείς μέσω ειδικής ιστοσελίδας.
Και είμαι σε θέση να ανακοινώσω σήμερα ότι από τις 28 Νοεμβρίου ξεκινούν τα 37.000 δωρεάν χειρουργεία που θα γίνουν με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Ξεκινώντας από πίσω προς τα εμπρός, από τους συμπολίτες μας που περιμένουν το περισσότερο χρονικό διάστημα για ένα προγραμματισμένο χειρουργείο.
Κοιτάξτε, η αλήθεια είναι ότι στη χώρα μας δεν έχουμε ουσιαστικές αναμονές για ογκολογικά χειρουργεία ή προφανώς για άλλα σοβαρά περιστατικά. Όμως, σε συγκεκριμένα αντικείμενα, οφθαλμολογικά χειρουργεία, βασικά χειρουργεία που αφορούν την κοιλιακή χώρα, ορθοπεδικά χειρουργεία, αρθροπλαστικές γονάτου και ισχύος, υπάρχουν απαράδεκτα μεγάλες λίστες αναμονής.
Αυτό ακριβώς καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε μέσα από την εξεύρεση πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης, που εμείς διαπραγματευτήκαμε, για να μπορέσουμε να τους κατευθύνουμε σε αυτή την κατεύθυνση, ώστε πρόσβαση στα απογευματινά χειρουργεία να έχουν όλοι οι πολίτες και όχι μόνο αυτοί που έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν για να κάνουν ένα απογευματινό χειρουργείο στο Εθνικό Σύστημα Υγείας.
Ο σκοπός μας είναι να μπορέσουμε να προσεγγίσουμε τους τέσσερις μήνες στις αναμονές των χειρουργείων. Έχουμε δρόμο ακόμα για να φτάσουμε μέχρι εκεί. Πιστεύω, όμως, ότι με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσουμε σχετικά γρήγορα να παρέμβουμε στην λίστα των αναμονών για τα χειρουργεία, την οποία πια έχουμε ξεκαθαρίσει και γνωρίζουμε με πολύ μεγαλύτερη λεπτομέρεια ότι πράγματι αυτή η λίστα ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες των ασθενών που βρίσκονται σε αυτή.
Είμαστε, άραγε, ικανοποιημένοι, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι; Ασφαλώς και όχι. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι το Εθνικό Σύστημα Υγείας είναι προτεραιότητα για τους Έλληνες πολίτες και γνωρίζουμε επίσης ότι τα συσσωρευμένα αδιέξοδα που ήταν ανέκαθεν πολλά, από τον αρχικό σχεδιασμό του ΕΣΥ, έγιναν πολλά περισσότερα, προφανώς και βαθύτερα, τα χρόνια της χρεοκοπίας. Θα χρειαστούν χρόνο για να μπορέσουν να διορθωθούν.
Το ίδιο σίγουρο, όμως, είναι πως μια πολύ σημαντική αρχή έχει γίνει, με την ανάταξη του Εθνικού Συστήματος Υγείας να προβάλει σταδιακά ολοένα και πιο ορατή. Δεν θα δουν οι πολίτες διαφορά από τη μια στιγμή στην άλλη. Όταν, όμως, σε διάστημα 18 ως 24 μηνών έχουν ολοκληρωθεί όλες αυτές οι παρεμβάσεις, ναι, θα μπορούμε να αρχίσουμε να μιλάμε ότι οι πολίτες θα βλέπουν ορατά στην ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας ένα διαφορετικό εθνικό σύστημα.
Θα αποφύγω τα μεγάλα λόγια, γνωρίζοντας, βέβαια, ότι και η πρόοδος δεν εκδηλώνεται ποτέ ισόρροπα παντού. Και ενώ πράγματι σε αυτόν τον εξαιρετικά πολύπλοκο κόσμο της υγείας και του φαρμάκου καραδοκούν, το ξέρει καλά η ηγεσία του Υπουργείου, πάντοτε παγίδες, με ανταγωνισμούς, συχνά με παρανομίες, απέναντι στις οποίες, όμως, αυτή η κυβέρνηση θα είναι αμείλικτη.
Δείτε, για παράδειγμα, τι αποκάλυψαν πρόσφατα οι έλεγχοι για τις υπερσυνταγογραφήσεις. Γεγονός το οποίο μου δίνει την ευκαιρία να επαναλάβω για ακόμα μία φορά το εξής μήνυμα: οι λίγοι επίορκοι γιατροί και φαρμακοποιοί που υπεξαιρούν χρήματα από τον ΕΟΠΥΥ ουσιαστικά κλέβουν την Ελληνίδα και τον Έλληνα. Όσοι, λοιπόν, υπολογίζουν σε ένα τέτοιο κέρδος, να το ξεχάσουν. Θα τους βρούμε και θα τους τιμωρήσουμε αυστηρά.
Γιατί η τεχνολογία εντοπίζει τις ύποπτες πρακτικές και η ηλεκτρονική συνταγογράφηση μπορεί να χτυπά πια αμέσως καμπανάκι. Με ένα κλικ δείχνει αμέσως ποιος και πόσα φάρμακα υπογράφει, όπως και ποιος τα παραλαμβάνει. Και τότε, προφανώς, η συνέχεια δεν θα είναι καθόλου ευχάριστη για όλους.
Κύριε Πρόεδρε, δεν θέλω να μακρηγορήσω άλλο. Ως τώρα, η συζήτηση στις Επιτροπές έχει αναδείξει και τα 45 άρθρα του νομοσχεδίου. Κλείνω την παρέμβασή μου, με τη σκέψη ότι αν υπάρχουν κάποια θέματα που καλό είναι να μην τα βλέπουμε πάντα μέσα από τα «κομματικά γυαλιά», αυτά είναι τα ζητήματα άμυνας, παιδείας και υγείας. Γι΄ αυτό και θα περιμένω με πολύ ενδιαφέρον την οριστική απόφαση του ΠΑΣΟΚ σχετικά με το πώς τοποθετείται για το νομοσχέδιο. Όχι βέβαια της Αριστεράς, το μέλλον της είναι αβέβαιο, αλλά την τυφλή της άρνηση τη θεωρώ κάτι παραπάνω από σίγουρη.
Αναφέρομαι περισσότερο στο ΠΑΣΟΚ, κ. Μάντζο, και ξέρω ότι ο Αρχηγός σας λείπει σήμερα, γιατί είναι στη Θεσσαλονίκη και θα βρεθώ κι εγώ σε λίγο, αλλά θα αναμένω την απάντησή του το απόγευμα. Θέλω να δω αν και σε αυτή την περίπτωση θα οχυρωθείτε πίσω από το «όχι σε όλα», όπως κάνατε μέχρι στιγμής σε πέντε περιπτώσεις εκσυγχρονιστικών αλλαγών: την επιτάχυνση των προσλήψεων, τον ορισμό νέου Συνηγόρου του Πολίτη -φέραμε έναν υποψήφιο ο οποίος προέρχεται από το χώρο της κεντροαριστεράς και αρνηθήκατε ουσιαστικά να τον υποστηρίξετε-, την ανάπτυξη της ανακύκλωσης -κάνω λάθος;- την καταψηφίσατε, τις σταθερές αυξήσεις του κατώτατου μισθού, τις νέες βελτιώσεις στο δικαστικό χάρτη, με τις οποίες συμφώνησε μέχρι και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ο ρόλος της αντιπολίτευσης στην Δημοκρατία δεν είναι να αρνείται κανείς μηχανικά ό,τι προωθεί η κυβέρνηση. Αν ήταν έτσι, θα μπορούσατε να στέλνετε γραπτώς τις πάγιες θέσεις σας στη Βουλή. Ο κοινοβουλευτισμός επιβάλλει τεκμηριωμένη κριτική, όχι όμως ασκήσεις διαφοροποιήσεων με μόνο σκοπό τελικά την κομματική περιχαράκωση ή το πολιτικό φλερτ με συγγενείς χώρους. Και κυρίως, προϋποθέτει ρεαλιστικές αντιπροτάσεις. Μέχρι σήμερα, παρακολουθώντας λίγο τη συζήτηση στην Επιτροπή, δεν τις έχω ακόμα ακούσει, μπορεί να μας εκπλήξετε ευχάριστα στη συζήτηση στην Ολομέλεια.
Αντίθετα, αντί άλλης τοποθέτησης, πληροφορήθηκα ότι το ΠΑΣΟΚ έχει καταθέσει μία τροπολογία. Λοιπόν, είναι μία τροπολογία αντιγραφής ερώτησης την οποία είχε καταθέσει ο ΣΥΡΙΖΑ το 2020. Προσέξτε, ποιο είναι το αίτημα: να ενταχθεί όλο το προσωπικό του ΕΣΥ στα βαρέα. Δείγμα της αγωνίας σας, κύριοι συνάδελφοι, να αντικαταστήσετε το ΣΥΡΙΖΑ μέχρι και στα λάθη του, παράλληλα, όμως -θα έρθω στην ουσία, μην στεναχωριέστε-, πριν ακόμα διαλυθεί, σπεύδετε να πάρετε τη θέση του κάτω από τη σκιά του «λεφτόδεντρου».
Δεν θα σταθώ σε μια γενική παρατήρηση, η οποία λέει το εξής: πρέπει να αντιληφθείτε πια ότι σύμφωνα με τους καινούργιους δημοσιονομικούς κανόνες η χώρα έχει οροφές δαπανών. Αυτό σημαίνει ότι οποιαδήποτε πρόταση προσθέτει έστω και ένα ευρώ πρόσθετης δαπάνης, το οποίο δεν μας λέτε πόσο είναι, θα πρέπει να μας πείτε από πού θα το κόψετε για να είστε πραγματικά σοβαροί και τεκμηριωμένοι.
Και βέβαια, φαντάζομαι ότι γι’ αυτό θα τοποθετηθεί και ο Υπουργός, αλλά εξ όσων γνωρίζω η διάταξη για τα βαρέα και τα ανθυγιεινά δίνει τη δυνατότητα σε κάποιον να βγει στη σύνταξη στα 62 χρόνια αυτόματα. Αυτό σημαίνει ότι την επόμενη μέρα από το Εθνικό Σύστημα Υγείας θα φύγουν 7.500 γιατροί και νοσηλευτές. Αυτό θέλετε; Εδώ ψάχνουμε τους γιατρούς και τους νοσηλευτές «με το κιάλι». Εδώ έχουμε κάνει παρεμβάσεις για να αυξηθούν οι αποδοχές τους και εσείς έρχεστε και λέτε να αδειάσουμε το Εθνικό Σύστημα Υγείας από γιατρούς και νοσηλευτές; Αυτή είναι η απάντησή σας στα προβλήματα του συστήματος;
Αυτή η ανεύθυνη πολιτική δεν απευθύνεται, κ. Μάντζο, στην κυβέρνηση, αλλά στην ίδια την κοινωνία, γιατί γυρίζετε την πλάτη σας στις αγωνίες της.
Επαναλαμβάνω, είμαστε οι πρώτοι που αναγνωρίζουμε ότι πρέπει να έχουμε καλοπληρωμένους γιατρούς και νοσηλευτές και σε αυτή την κατεύθυνση έχουμε κινηθεί. Δείτε, παρακαλώ πολύ, τις μέσες αποδοχές στο Εθνικό Σύστημα Υγείας σήμερα και συγκρίνετέ τις με το πού ήταν το 2019.
Αλλά τέτοιες απλοϊκές προτάσεις, οι οποίες ούτε κοστολογημένες είναι ούτε πραγματική απάντηση στα προβλήματα του Εθνικού Συστήματος Υγείας δίνουν, συγγνώμη, από το ΠΑΣΟΚ, δήθεν υπεύθυνο και προοδευτικό κόμμα, περιμένω κάτι περισσότερο από αυτό.
Θα ξαναπώ, κλείνοντας, κ. Πρόεδρε, ότι για εμάς η δημόσια υγεία αποτελεί μια ύψιστη κυβερνητική προτεραιότητα. Σχεδιάζουμε και υλοποιούμε, παρά τις αναγνωρισμένες δυσκολίες, ένα πρόγραμμα το οποίο οδηγεί στο ΕΣΥ που αξίζει στην Ελλάδα του 21ου αιώνα. Ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας, το οποίο θα τιμά τους υγειονομικούς, το οποίο θα βρίσκεται καθημερινά στο πλευρό του πολίτη. Αυτό νομίζω ότι ζητούν από όλους οι Ελληνίδες και οι Έλληνες και προφανώς είναι στο χέρι μας να μην τους απογοητεύσουμε.
Σας ευχαριστώ.”