Ακολουθήστε μας στο facebook

Βόρεια Εύβοια: Προτάση για την ανασυγκρότηση των Δασικών Μελισσοκομικών πόρων και Μελισσοκομίας

Ηλίας Καπράλος,
Δασολόγος

Εισαγωγή
Όπως είναι γνωστό η μελισσοκομία είναι ένα μικρό κομμάτι της αγροτικής οικονομίας. Με την δράση αυτή ο άνθρωπος αποσκοπεί στην παραγωγή κυρίως των μελισσοκομικών προϊόντων που είναι το μέλι, η γύρη, ο βασιλικός πολτός, η πρόπολη, το κερί, και το δηλητήριο της μέλισσας. Αυτά τα προϊόντα παράγονται με την διαμεσολάβηση της μέλισσας που εκμεταλλεύεται του ανανεώσιμους φυσικούς πόρους που βρίσκονται στα χερσαία οικοσυστήματα (αγροτικά, δασικά, κλπ). Παράλληλα η μέλισσα με την επικονίαση συμβάλλει στην ισορροπία και βιοποικιλότητα του φυσικού περιβάλλοντος, αυξάνει την παραγωγή των αγροτικών καλλιεργειών ορισμένων μάλιστα αποφασιστικά όπως πχ της αμυγδαλιάς. Κύριοι συντελεστές της αγροτικής οικονομίας είναι το έδαφος, το κεφάλαιο, και η εργασία. Στην μελισσοκομία σχεδόν δεν είναι απαραίτητο το έδαφος γιατί αυτή κάνει χρήση των εδαφών που έχουν κυρίως άλλη αποστολή. Δηλαδή κάνει χρήση εδαφών που καλλιεργούνται με εσπεριδοειδή που έχουν ως αποστολή την παραγωγή αντίστοιχων προϊόντων. Ομοίως κάνει χρήση των δασών (ελάτης, πεύκου, κλπ) που έχουν άλλες κύριες αποστολές (δασικά προϊόντα, προστασία εδαφών, κλπ) ή ενός Εθνικού Δρυμού που έχει ως αποστολή την προστασία της φύσης. Αλλά κύριο χαρακτηριστικό της μελισσοκομίας είναι ότι εκμεταλλεύεται τους ανανεώσιμους μελισσοκομικούς πόρους των χερσαίων οικοσυστημάτων (αγροτικών, δασικών, κλπ) χωρίς να προβαίνει στην διατάραξη των αποστολών των, δρώντας παράλληλα και πολλές φορές βοηθώντας αυτά, αλλά αντίθετα ενέργειες του ανθρώπου επί των οικοσυστημάτων, όπως χρήση εντομοκτόνων ή εμπρησμών δρουν ανασταλτικά και πολλές φορές καταστροφικά επί της μελισσοκομίας. Άλλο χαρακτηριστικό της μελισσοκομίας ότι δεν επεμβαίνει δραστικά επί του φυσικού περιβάλλοντος για την παραγωγή των μελισσοκομικών προϊόντων ενώ αντίθετα για την παραγωγή αγροτικών προϊόντων (σιτάρι, βαμβάκι, κλπ) πρέπει να εκχερσώσουμε εκτάσεις ή για την παραγωγή δασικών προϊόντων (καυσόξυλα, ξυλεία, κλπ) πρέπει να υλοτομήσουμε δένδρα. Δηλαδή η μελισσοκομία είναι φιλική και απαραίτητη για τα χερσαία οικοσυστήματα (αγροτικά, δασικά, κλπ) και εκμεταλλεύεται τους αόρατους μελισσοκομικούς πόρους που υπάρχουν σε αυτά. Είναι όμως αναγκαίο να γνωρίζουμε την ποσότητα, ποιότητα, την εποχή αφθονίας των μελισσοκομικών πόρων ώστε με την εφαρμογή τοπικής ή νομαδικής μελισσοκομίας να τους αξιοποιήσουμε κατά τον καλύτερο τρόπο.

Τα χρηματικά κεφάλαια στην μελισσοκομία επενδύονται κυρίως σε εγκαταστάσεις, κυψέλες, αυτοκίνητα, μηχανήματα (συλλογής, επεξεργασίας, τυποποίησης των προϊόντων) και δευτερευόντως σε ζωικό κεφάλαιο. Η μελισσοκομία είναι οικονομία εντάσεως εργασίας. Η δε εργασία είναι σωματική, πνευματική και πολύ εξειδικευμένη και λέγεται ότι ο μελισσοκόμος για να έχει αποτέλεσμα πρέπει να είναι πολύ καταρτισμένος και περισσότερο εργατικός και από την μέλισσα που θεωρείται το κατ εξοχήν εργατικό πλάσμα στην φύση. Η μελισσοκομική τέχνη που ασκείται από τον μελισσοκόμο είναι η εφαρμογή στην πράξη γνώσεων που πηγάζουν από πολλές επί μέρους επιστήμες όπως εντομολογίας, βοτανικής, ζωοτεχνίας, κτηνιατρικής, μετεωρολογίας, των τροφίμων, κλπ. Κατά συνέπεια ο μελισσοκόμος πρέπει να έχει ιδιαίτερα προσόντα και εκπαίδευση συνεχώς βελτιούμενη με εκπαιδεύσεις, σεμινάρια, άριστη πληροφόρηση, κλπ.

Τα παραγόμενα μελισσοκομικά προϊόντα, που είναι βιολογικά, πρέπει να είναι αρίστης ποιότητας και σε όσο το δυνατόν σε μεγαλύτερη ποσότητα αλλά και με το μικρότερο κόστος παραγωγής ώστε να είναι προσιτά στον καταναλωτή. Επιτακτική, λοιπόν, προβάλλει η ανάγκη ορθολογικής οργάνωσης των συντελεστών παραγωγής στην μελισσοκομία με την εφαρμογή προγράμματος και δράσεων με στόχους:

Την γνώση, προστασία, βελτίωση, και ορθολογική εκμετάλλευση των ανανεώσιμων μελισσοκομικών πόρων που υπάρχουν στα χερσαία οικοσυστήματα (αγροτικά, δασικά κλπ). Εδώ συμπεριλαμβάνεται και η μελισσοκομική χλωρίδα και πανίδα.
Την μέγιστη δυνατή απόδοση των χρημάτων που επενδύονται στην μελισσοκομία (εγκαταστάσεις, κυψέλες, αυτοκίνητα, εκπαίδευση, έρευνα, διαφήμιση, κλπ).
Την ανάγκη προστασίας, βελτίωσης των αυτοχθόνων φυλών μελισσών και την καταπολέμηση εχθρών και ασθενειών.
Την άριστη εκπαίδευση, την ποιοτική αναβάθμιση, την αναδιοργάνωση, και βελτίωση των δεξιοτήτων των μελισσοκόμων ώστε να μπορούν να εφαρμόζουν άριστα σύγχρονες διαδικασίες και τεχνικές στην εργασία των.
Την παραγωγή όσο το δυνατόν μεγαλύτερης ποσότητας και καλύτερης ποιότητας μελισσοκομικών προϊόντων με το μικρότερο δυνατό κόστος για την εξυπηρέτηση των καταναλωτών αλλά και εξαγωγής σε τρίτες χώρες. Δηλαδή παραγωγή μετρήσιμου Εθνικού πλούτου.
Το συγκριτικό πλεονέκτημα της Ελληνικής μελισσοκομίας είναι η συχνής σε διεθνές επίπεδο αναγνώριση της εξαιρετικής ποιότητας των μελισσοκομικών προϊόντων τα οποία πράγματι είναι άριστα αφού προέρχονται από την πλούσια Ελληνική μελισσοκομική χλωρίδα και πανίδα. Επιβάλλεται η αναβάθμιση της ποιότητάς των με την γενίκευση εφαρμογής των ορθών κανόνων παραγωγής αφενός και αφετέρου η διάθεση και προβολή των να γίνεται με σύγχρονες και καινοτόμους διαδικασίες marketing.

Ωστόσο η άσκηση της μελισσοκομίας δεν αποτελεί μια μονοδιάστατη οικονομική δραστηριότητα. Παράλληλα με την παραγωγή μελιού, η εγκατάσταση σμηνών βοηθά στην επικονίαση των δασικών ειδών, ιδίως της χαμηλής βλάστησης (ρείκια, κουμαριές, κ.α.), και αγροτικών ειδών, με συνέπεια τη διατήρηση της ισορροπίας του δασικού και αγροτικού οικοσυστήματος.

Πλέον αυτών η δυνατότητα που προσφέρει το δάσος για παραγωγή προϊόντων/εισοδημάτων και η προσέλκυση της ανθρώπινης δραστηριότητας (παράλληλα ιδίως με την υλοτομία και τη ρητινοσυλλογή) έχει εγκαταστήσει βαθιά σχέση για την ανάγκη προστασίας του δάσους τόσο στους άμεσα εμπλεκόμενους παραγωγούς, όσο και στις υπόλοιπες παραδασόβιες κοινότητες.

Κατά συνέπεια, η προσέγγιση της μελισσοκομίας δεν μπορεί παρά να είναι πολυδιάστατη:

Παραγωγική δραστηριότητα όχι μόνο μελισσοκομικών προϊόντων αλλά και αγροτικών με την επικονίαση.
Ισορροπία της αναπαραγωγής των ειδών των αγροτικών και δασικών οικοσυστημάτων
Προστασία του δάσους από κινδύνους που το απειλούν κυρίως πυρκαγιές,εκχερσώσεις και υπερβόσκηση.
Γίνεται λοιπόν αντιληπτή η συμβολή της μελισσοκομίας σε αυτό που ονομάζουμε «αειφορία» και βιώσιμη ανάπτυξη, αφού αξιοποιεί τους ανανεώσιμους φυσικούς μελισσοκομικούς πόρους των δασικών και αγροτικών οικοσυστημάτων.

Συνοπτική περιγραφή της μελισσοκομικής χλωρίδας και πανίδας που καταστράφηκε από την πυρκαγιά
Τα δασικά οικοσυστήματα, που καταστράφηκαν από την πυρκαγιά, συγκροτούνταν από πολλά είδη δένδρων,θάμνων και ποών πολλά από τα οποία είχαν εξαιρετικό μελισσοκομικό ενδιαφέρον για την επιβίωση της μέλισσας, αλλά και την απόκτηση εισοδήματος από τους μελισσοκόμους. Ενδεικτικά και συντομία αναφέρουμε μερικά στοιχεία.

Ελάτη: Συγκροτούσε το ελατοδάσος στο Ξηρό όρος το οποίο κάηκε σχεδόν ολοκληρωτικά. Μαζί με τα δένδρα της ελάτης συμβίωναν αρκετά έντομα (κόμπος, κοριός, αφίδες, κλπ) που έδιναν μελίτωμα χρήσιμο για τις μέλισσες και μερικές χρονιές οι μελισσοκόμοι είχαν αξιόλογη παραγωγή μέλι ελάτου. Η φυσική αναγέννηση του δάσους ελάτης είναι σχεδόν αδύνατη άρα και τα μελιτοφόρα έντομα δεν θα ανασκάψουν. Με συνέπεια αυτός ο μελισσοκομικός πόρος χάθηκε παντελώς.
Μαύρη πεύκη: Συγκροτούσε εξαιρετικά δάση και δεν είχαν μελισσοκομικό ενδιαφέρον. Ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες αναφέρουν κάποιες ελάχιστες χρονιές οι αφίδες έδιναν μελιτώματα. Φυσική αναγέννηση σχεδόν αδύνατη και όποιες φυτεύσεις γίνουν θα είναι χωρίς μελισσοκομικό ενδιαφέρον.
Καστανιά: Υπήρχε κατά τόπους σε πολύ μικρές συστάδες και διάσπαρτα δένδρα στην περιοχή της ελάτης – μαύρης πεύκης και δρυός, άνθιζε τον Ιούνιο και η γύρη και το νέκταρ που έδιδε ήταν πολύ ωφέλιμα για τα μελίσσια που παρέμεναν στην περιοχή. Πολλά πρέμνα άρχισαν να πρεμνοβλαστάνουν και τα δένδρα που θα προκύψουν μελισσοκομικά θα είναι αξιοποιήσιμα μετά από 10 χρόνια.
Δρυς: Συγκροτούσε συστάδες σε αρκετά μεγάλη έκταση και υπήρχαν πάρα πολλά διάσπαρτα δένδρα στο μεγαλύτερο μέρος της καμένης έκτασης και όπου οι εδαφικές συνθήκες επέτρεπαν την εξάπλωσή της. Τα διάφορα έντομα (μελίγκρες, κλπ) που συμβίωναν με τα δένδρα δρυός έδιναν μελίτωμα σε μεγάλη ποσότητα και οι μελισσοκόμοι τρυγούσαν μέλι δρυός. Τις χρονιές με λίγη ποσότητα παρέμενε στις κυψέλες αναμειγνυόταν με το μελίτωμα της χαλεπίου πεύκης και προέκυπτε μέλι εξαιρετικής σπάνιας ποιότητας (πευκόμελο με δρυς). Τα πρέμνα δρυός άρχισαν να πρεμνοβλαστάνουν και τα δένδρα που θα προκύψουν μελισσοκομικά θα είναι αξιοποιήσιμα μετά από 10 χρόνια και εφ όσον τα κατάλληλα έντομα μπορέσουν φυσικώς να μεταδοθούν από το δρυοδάσος του Τελεθρίου που υπάρχουν και στην καμένη περιοχή. Το αντικείμενο θέλει εξειδικευμένη μελέτη και πιθανώς κατάλληλη προσεκτική υποβοήθηση.
Χαλέπιος πεύκη: Συγκροτούσε συμπαγή δάση στο μεγαλύτερο τμήμα της καμένης έκτασης. Διάσπαρτα δένδρα χαλεπίου υπήρχαν και στα δάση ελάτης, δρυός, και μαύρης πεύκης. Επί των δένδρων της χαλεπίου συμβίωνε και το έντομο «εργάτης του πεύκου» ή «Βαμβακάδα» (Marchalina hellenica) το οποίο έδινε μελίτωμα. Η κατά έτος παραγόμενη ποσότητα μελιτώματος ήταν πολύ μεγάλη και εμπειρικά την εκτιμούμε περισσότερο από 15.000 τόνους. Η μέλισσα αξιοποιούσε αυτό τα μελίτωμα και με την συλλογή και επεξεργασία εντός της κυψέλης παραγόταν μέλι το ονομαστό πευκόμελο με τις διάφορες ποικιλίες του. Η ποσότητα που τρυγούσαν οι μελισσοκόμοι και πάλι εμπειρικά την εκτιμούμε περίπου 2.500 έως 3.000 τόνους μέλι. Εκτίμηση με επιστημονικά κριτήρια των εν λόγω ποσοτήτων δεν υπάρχει. Δυστυχώς αυτή η ποσότητα μελιού και ίσως άλλη τόση, που θα μπορούσε να παραχθεί από την σωστή αξιοποίηση του μελιτώματος, έχει χαθεί από την Εθνική Οικονομία και το αντίστοιχο ακαθάριστο εισόδημα από τους μελισσοκόμους για τουλάχιστον 40 με 50 χρόνια και αν ποτέ αποκατασταθεί η φυσική οικολογική κατάσταση που υπήρχε πριν την πυρκαγιά. Τα δάση της χαλεπίου θα αναγεννηθούν με φυσικό τρόπο από τους σπόρους των κώνων που δεν κάηκαν. Όπου αυτό δεν επιτευχθεί και κρίνεται αναγκαίο πρέπει να γίνει με αναδάσωση. Το πρόβλημα είναι με το άπτερο έντομο Marchalina hellenica που ενδεχομένως με πολύ δυσκολία και αν ποτέ θα ανακάμψει αφού ως γνωστό ενδημεί μόνο επί των πευκοδένδρων και ελάχιστα διασώθηκαν στην απέραντη καμένη έκταση. Τα ερώτημα είναι αν διασώθηκε το έντομο από τους καπνούς, την θερμοκρασία ακόμη και στις γειτονικές συστάδες της καμένης έκτασης. Κατά αναλογία τα ίδια ισχύουν και για τα άλλα μελιτογόνα έντομα της χαλεπίου.
Αριά: Υπήρχε κατά τόπους σε μικρές ομάδες και διάσπαρτα δένδρα, και όπου οι εδαφικές συνθήκες ήταν ευνοϊκές. Τα διάφορα έντομα (μελίγκρες, κλπ) που συμβίωναν με τα δένδρα της αριάς έδιναν μελιτώματα που αξιοποιούσαν οι μέλισσες. Πολλά πρέμνα άρχισαν να πρεμνοβλαστάνουν και τα δένδρα που θα προκύψουν θα είναι μελισσοκομικά έτοιμα μετά από 10 χρόνια και εφ όσον τα κατάλληλα έντομα φυσικώς επεκταθούν στην καμένη έκταση.
Πουρνάρι: Εξαπλώνεται σχεδόν σε όλη την καμένη έκταση ως θάμνος και σπάνια ως δένδρο. Η αναγέννησή του θα προέλθει από πρεμνοβλαστήματα που άρχισαν να εμφανίζονται και μελισσοκομικά θα είναι αξιοποιήσιμο μετά από 4-5 χρόνια. Προσφέρει όταν ανθίζει γύρη που αξιοποιούν οι μέλισσες.
Κουτσουπιά: Ομοίως όπως και το πουρνάρι και μελισσοκομικά θα είναι αξιοποιήσιμη μετά 3-4 χρόνια. Προσφέρει στην μέλισσα νέκταρ, γύρη και μελίτωμα από έντομα (μελίγκρες, κλπ) που διαβιούν επί των φύλλων και βλαστών. Μερικές χρονιές άριστο μελισσοκομικό φυτό.
Ερείκη: Στην καμένη έκταση υπήρχαν δύο είδη ερείκης τα οποία είναι άριστα μελισσοκομικά φυτά. Δίδουν νέκταρ και γύρη που είναι πολύ δυναμωτικά για τις μέλισσες. Το ένα, η δενδρώδης, ανθίζει την άνοιξη και θα αναγεννηθεί με πρεμνοβλαστήματα και σποριόφυτα από σπόρους που δεν κάηκαν. Μελισσοκομικά θα είναι αξιοποιήσιμο μετά από 2-3 χρόνια. Το άλλο, η θαμνώδης, ανθίζει το φθινόπωρο και θα αναγεννηθεί από σποριόφυτα από σπόρους που δεν κάηκαν. Προτιμά τα όξινα δασικά εδάφη και γι αυτό εμφανίζεται κατά θέσεις σε μεγάλη έκταση. Το νέκταρ αναμειγνύεται με το πευκόμελο με αποτέλεσμα να προκύπτει ένα εξαιρετικό μέλι. Μελισσοκομικά θα είναι έτοιμο μετά από 6-7 χρόνια.
Κουμαριά: Στην καμένη έκταση υπήρχαν δυο είδη κουμαριάς τα οποία είναι εξαιρετικά μελισσοκομικά φυτά. Δίδουν νέκταρ και γύρη που είναι πολύ δυναμωτικά για τις μέλισσες. Το ένα, η δενδρώδης, ανθίζει την άνοιξη και τα άλλο, η θαμνώδης, το φθινόπωρο και θα αναγεννηθούν με πρεμνοβλαστήματα που άρχισαν να εμφανίζονται. Μελισσοκομικά θα είναι έτοιμα μετά από 2-3 χρόνια.
Σχίνος: Θάμνος που υπήρχε στα πευκοδάση στα χαμηλά υψόμετρα και νότιες και θερμές εκθέσεις του εδάφους. Δίδει στις μέλισσες μόνο γύρη την άνοιξη. Θα αναγεννηθεί με πρεμνοβλαστήματα που άρχισαν να εμφανίζονται. Μελισσοκομικά θα είναι αξιοποιήσιμα σε 3-4 χρόνια.
Αρκουδόβατο: Αναρριχώμενο φυτό μέσα στα πευκοδάση. Εξαιρετικό από μελισσοκομική άποψη γιατί έδινε νέκταρ και γύρη το φθινόπωρο τότε που τα είχαν ανάγκη οι μέλισσες. Θα αναγεννηθεί από ριζοβολήματα που ήδη άρχισαν να εμφανίζονται. Μελισσοκομικά θα είναι αξιοποιήσιμο μετά από 2-3 χρόνια. Το νέκταρ αναμειγνύεται με το πευκόμελο και προκύπτει ένα εξαιρετικό μέλι.
Σπαραγγιά: Ακανθώδες φυτό μέσα στα πευκοδάση. Εξαιρετικό από μελισσοκομική άποψη γιατί δίδει, μετά από τις πρώτες βροχές του φθινοπώρου, γύρη που την περίοδο εκείνη την έχουν πολύ ανάγκη οι μέλισσες. Θα αναγεννηθεί από ριζοβολήματα που ήδη άρχισαν να εμφανίζονται. Μελισσοκομικά θα είναι αξιοποιήσιμο μετά από 1-2 χρόνια.
Κισσός: Αναρριχώμενο φυτό κυρίως σε πλατάνια αφού προτιμά πλούσια εδάφη και με υγρασία. Εξαιρετικό από μελισσοκομική άποψη φυτό γιατί έδινε αρκετή γύρη και λίγο νέκταρ το φθινόπωρο τότε που τα είχαν ανάγκη οι μέλισσες. Δύσκολα και εάν θα αναγεννηθεί γιατί οι σπόροι του είναι σε βαρύσπορους καρπούς και διασπείρονται με την διαμεσολάβηση διαφόρων πτηνών. Για λόγους μελισσοκομικούς επιβάλλεται η τεχνητή εγκατάστασή του και μελισσοκομικά θα είναι αξιοποιήσιμο μετά από 20-40 χρόνια.
Ιτιά –Λυγαριά: Δένδρο και θάμνος αντίστοιχα που αναπτύσσονταν κατά μήκος των ρεμάτων και σε υγρούς τόπους. Η ιτιά έδινε γύρη τους χειμερινούς μήνες και η λυγαριά γύρη και νέκταρ τον Ιούνιο –Ιούλιο εποχές που τα είχαν ανάγκη οι μέλισσες. Θα αναγεννηθούν με πρεμνοβλαστήματα και μελισσοκομικά θα είναι αξιοποιήσιμα μετά από 4-5 χρόνια.
Κουνούκλα: Υπήρχαν δύο είδη, ένα με άνθη ροζ και το άλλο με λευκά, σε όλη σχεδόν την καμένη έκταση. Είναι εξαιρετικό μελισσοκομικό φυτό γιατί την άνοιξη προσφέρει τεράστιες ποσότητες γύρης την οποία οι μέλισσες αξιοποιούν αναθρέφοντας γόνο ή την αποθηκεύουν για χρήση τους θερινούς μήνες. Θα έχουμε πλούσια αναγέννηση από σπόρους που υπήρχαν στο έδαφος και ενεργοποιήθηκαν από την πυρκαγιά. Μελισσοκομικά θα είναι αξιοποιήσιμη μετά από 2-3 χρόνια.
Ασφάκα – Φασκόμηλο: Μικροί θάμνοι στις ξηρές και με χαμηλό υψόμετρο περιοχές με διάσπαρτη εμφάνιση. Θα αναγεννηθούν με σπόρους και μελισσοκομικά θα είναι έτοιμοι μετά από 4-5 χρόνια.
Θυμάρι –Θρούμπη – Αλογοθύμαρο, κλπ: Σπουδαία φρύγανα για την μελισσοκομία. Στην καμένη έκταση υπήρχαν διάσπαρτα ή κατά ομάδες. Υπάρχει η ελπίδα ότι θα επανέλθουν με αβέβαιη, για το προσεχές μέλλον, συμβολή στην μελισσοκομία.
Πόες: Υπήρχαν πολλά είδη ποωδών φυτών με μελισσοκομικό ενδιαφέρον ετήσια και πολυετή που καταστράφηκαν και για να επανέλθουν ανάλογα το είδος θα απαιτηθούν και τα αντίστοιχα χρόνια. Γενικά οι πόες δίνουν στις μέλισσες συνήθως την άνοιξη νέκταρ και γύρη και συμβάλλουν στην ανάπτυξη των σμηνών.
Στην μελισσοκομική πανίδα πρέπει να συμπεριλάβουμε και τους εχθρούς της μέλισσας όπως σφήκες, σκούρκους και διάφορα αρπακτικά έντομα, τα οποία με την πυρκαγιά καταστράφηκαν. Και φυσικά θα επανέλθουν με την διαδοχική αποκατάσταση του οικοσυστήματος.
Από την ανωτέρω περιγραφή προκύπτει ολοκληρωτική καταστροφή της μελισσοκομικής χλωρίδας και πανίδας και φυσικά των μελισσοκομικών πόρων που ήταν το πευκόμελο με τις διάφορες ποικιλίες του, η γύρη και η πρόπολη. Με την διαδοχική φυσική αποκατάσταση του δασικού οικοσυστήματος θα επανέρχονται και οι μελισσοκομικοί πόροι νέκταρος, γύρης και πρόπολης των διαφόρων δασικών ειδών. Η μελισσοκομική χλωρίδα (πόες, κλπ) εντός των αγροτικών οικοσυστημάτων που κάηκαν αμέσως θα επανέλθει και θα αξιοποιηθεί από τις μέλισσες από την πρώτη άνοιξη. Έτσι οι σχετικά λίγες ποσότητες νέκταρος την άνοιξη και το φθινόπωρο με την άφθονη γύρη είναι παράγοντες που θα βοηθούν στην ανάπτυξη και ξεχειμώνιασμα μελισσών τα οποία για να αποδώσουν μέλι πρέπει να μεταφέρονται στις κατάλληλες νομές.

Αυτό σημαίνει ότι οι εναπομείνασες περιοχές των Δασαρχείων Λίμνης και Ιστιαίας που δεν κάηκαν έχουν μεγάλη σημασία για την τόπια μελισσοκομία και εκεί θα συλλέγουν μέλι οι ντόπιοι μελισσοκόμοι που δεν θα μπορούν να μεταφέρουν τα μελίσσια τους μακριά. Και είναι το ΒΔ τμήμα της περιοχής (Λιχάδα, κλπ) που περιλαμβάνει και τα εναπομείναντα πευκοδάση, το Τελέθριο, όπου επικρατεί η δρυς, καθώς και το ΝΑ τμήμα στην περιοχή του Μαντουδίου Προκοπίου, Πηλίου και Βλαχιάς, στις οποίες οι μελισσοκόμοι θα μπορούν να μεταφέρουν τα μελίσσια τους για παραγωγή πευκόμελου ή μέλι δρυός στο Τελέθριο όρος. Στις άλλες περιοχές κυριαρχούν μικτές χρήσεις, στοιχείο που περιορίζει την μελισσοκομία. Επίσης, η φυσική αναγέννηση μαζί με τις αναδασώσεις δεν μπορεί να δώσει δέντρα παραγωγικής ηλικίας πριν από την παρέλευση εικοσαετίας. Αντίθετα η χαμηλή βλάστηση (ρείκια, θυμάρια, κουμαριές, κλπ) αναγεννώνται πολύ ταχύτερα και μπορούν να αναπτύξουν παραγωγική ανθοφορία σε 2-5 χρόνια.

Εκτιμάται ότι από την πυρκαγιά ζημιώθηκε το 50% περίπου των μελισσοσμηνών που ανήκαν σε ντόπιους μελισσοκόμους που κάηκαν ή οι πληθυσμοί των μελισσών που χάθηκαν από τους καπνούς και την πείνα (έλλειψη μελιού, γύρης).

Η παραγωγική διάσταση
Η Βόρεια Εύβοια αποτελούσε τον βοσκότοπο για 250.000 μελίσσια που μεταφέρονταν από πολλές περιοχές της νότιας και κεντρικής Ελλάδας κυρίως. Η περιοχή μαζί με τη Θάσο και τη Χαλκιδική, αποτελούν τις βασικότερες περιοχές για την παραγωγή πευκόμελου. Πιθανώς και με εμπειρική εκτίμηση η ποσότητα μελιού κατηγορίας πευκόμελου που συλλεγόταν ανερχόταν σε τουλάχιστον 2.500 τόνους και θα μπορούσε να χαρακτηρίζεται στις κατωτέρω κατηγορίες ανάλογα με τις προσμείξεις μελιών από άλλα φυτά και νομές.

– Πευκόμελο με ανοιξιάτικη κουμαριά, ερείκη και κουτσουπιά (Μαγιάτικο μέλι).

– Πευκόμελο καθαρό (μόνο από πεύκο Ιούλιο- Αύγουστο).

– Πευκόμελο με φθινοπωρινή ερείκη.

– Πευκόμελο με φθινοπωρινή ερείκη, κουμαριά, αρκουδόβατο.

– Πευκόμελο με γλυκάνισο.

– Πευκόμελο με διάφορες προσμείξεις μελιών ανάλογα που ήταν πριν τα μελίσσια (έλατο, θυμάρι, βαμβάκι κλπ.).

Οι υψηλές θερμοκρασίες (θέρος 2021), η περίοδος εκδήλωσης της πυρκαγιάς (Αύγουστος) και το γεγονός ότι το έντομο Marchalina hellenica δεν έδινε μέλι περιόρισε τις ζημιές σε σχετικά λίγους ξένους και ντόπιους παραγωγούς, δεδομένου ότι οι μετακινούμενοι μελισσοκόμοι δεν είχαν μεταφέρει ακόμη τα μελίσσια τους.

Η σημαντικότητα της περιοχής, ως μελισσοκομικής, ξεπερνά το τοπικό επίπεδο, δεδομένου ότι το μέλι κωνοφόρων αποτελεί το 70%-80% της ελληνικής παραγωγής μελιού και ένα πολύ σημαντικό ποσοστό εξ’ αυτού παραγόταν από πευκοδάση της Εύβοιας, σε μια συνολική εγχώρια παραγωγή μελιού που κυμαίνεται περί τους 15 χιλιάδες τόνους ετησίως (2017 & 2018)[1].

Η Ελλάδα (2018)[2] βρίσκεται στην 6η θέση μεταξύ των κρατών της ΕΕ σε αριθμό κυψελών (1.361.000 – 9% του συνόλου της Ε.Ε -27) έναντι 1.454.000 της περιόδου 2014-16. Στην Ελλάδα ο αριθμός κυψελών ανά μελισσοκόμο είναι ο υψηλότερος στην Ε.Ε (147, ΜΟ Ε.Ε: 21)[3]. Ωστόσο κατά την τριετία 2017-2019 φαίνεται ότι από 24.582 περίπου μελισσοκόμους ο αριθμός τους μειώθηκε σε 9.266 (μείωση > 60%), ενώ αντίθετα στην Ευρώπη παρουσιάζεται αύξηση (8,2%)[4]. Η Ελλάδα βρίσκεται πλέον στην 6η θέση ανάμεσα στις χώρες της Ε.Ε. που παράγουν μέλι, ενώ πριν από λίγα χρόνια ήταν στη 2η. Ωστόσο, τα στοιχεία που αφορούν στην Ελλάδα φαίνεται να μην αποτυπώνουν το αληθινό μέγεθος του κλάδου, δεδομένου ότι πολλοί μελισσοκόμοι δεν δηλώνουν τα μελίσσια τους, για φορολογικούς κυρίως λόγους.

Σημαντικό στοιχείο πίεσης στην αγορά μελιού είναι η διαφορά της μέσης τιμής μελιού που εξάγεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση (κόκκινη γραμμή) σε σχέση με την μέση τιμή (€/Kg) εισαγωγής (μπλε γραμμή)[5]. Τα περιθώρια βελτίωσης είναι σημαντικά να ληφθεί υπόψη ότι η Νέα Ζηλανδία επιτυγχάνει την υψηλότερη διεθνώς καταγεγραμμένη τιμή (29 €/Kg)[6]. Η μέση τιμή πώλησης του μελιού στην Ελλάδα είναι λιανική επί τόπου 9 €/Kg και χονδρική 4,5 €/Kg[7].

 

Οι τιμές λιανικής (συσκευασίες 0,8-1,0 kg) για το θυμαρίσιο μέλι κυμαίνονται από 12 έως 14 €/Kg, το μέλι κωνοφόρων από 6-9,6 €/Kg, ενώ η τιμή διαφόρων τύπων μελιού που προέρχονται από χώρες του εξωτερικού και συσκευάζονται στην Ελλάδα κυμαίνονται περί τα 4,5 €/Kg.

Στη Βόρεια Εύβοια στους δύο Δήμους δραστηριοποιούνται περίπου 158 μελισσοκόμοι, αρκετοί επαγγελματίες (πάνω από 150 μελίσσια) και πολλοί ερασιτέχνες, που έχουν τη μελισσοκομία ως συμπληρωματική απασχόληση. Οι κυψέλες που βρίσκονταν μέσα στο δάσος και κάηκαν υπολογίζονται σε 9.000-10.000 (δηλώθηκαν επισήμως 5.000), από ένα συνολικό πληθυσμό στην περιοχή περί τις 19.300[8].

Το 40% των μελισσοσμηνών διαχειμάζουν στην περιοχή, 20% εκτός περιοχής εντός νομού και 40% εκτός νομού. Η ετησίως παραγόμενη ποσότητα μελιού κυμαίνεται περί του 300 τόνους κατανεμημένοι ως ακολούθως:

 

(Την ανωτέρω κατανομή πολύ την αμφισβητώ )

Εκτός από την παραγωγή μελιού, η παραγωγή λοιπών προϊόντων (πρόπολη, γύρη, βασιλικός πολτός) είναι αμελητέα, ενώ το 40% της παραγόμενης ποσότητας διατίθεται απ’ ευθείας στη λιανική (χωρίς ειδική συσκευασία) και το υπόλοιπο (60%) στο χονδρεμπόριο. Δεν παράγεται βιολογικά πιστοποιημένο μέλι.

Από τα παραπάνω διαπιστώνεται ότι παρά τη μεγάλη ζημιά που επήλθε στο μελισσοκομικό κεφάλαιο υπάρχουν πολύ σημαντικά περιθώρια βελτίωσης των εισοδημάτων, μέσα από την παραγωγή νέων προϊόντων, βιολογικής μελισσοκομίας, επωνυμοποίησης, τυποποίησης και προώθησης στην αγορά. Η αποτελεσματικότητα των προτάσεων αυτών θα είναι πολύ μεγαλύτερη στο βαθμό που υπάρξουν συνεργασίες.

Προτάσεις – πρόγραμμα – χρηματοδοτήσεις
Δυστυχώς η καταστροφική πυρκαγιά στην Βόρεια Εύβοια εκτός των άλλων κατέστρεψε σχεδόν ολοκληρωτικά την ντόπια μελισσοκομία και έβλαψε σε βαθμό απόγνωσης πολλούς μελισσοκόμους της νότιας και κεντρικής Ελλάδας. Έτσι η καταστροφή επικεντρώνεται στους τομείς:

Α. Την καταστροφή κυψελών, σμηνών, μελισσοκομικών αποθηκών και εξοπλισμού (κυψέλες, κλπ).

Β. Της απώλειας του εισοδήματος των μελισσοκόμων της τρέχουσας περιόδου αλλά και των επόμενων χρόνων αφού έχουμε τοπικά εξαφάνιση ή έστω ελαχιστοποίηση των μελισσοκομικών πόρων (μέλι, γύρη, πρόπολη). Και για να εξασφαλίσουν εισόδημα οι μεγάλοι ντόπιοι μελισσοκόμοι πρέπει μα μετακινούνται σε μεγάλες αποστάσεις (Θάσος, Θεσσαλία, κλπ) άρα αυξημένο κόστος.

Γ. Της ολοκληρωτικής καταστροφής του δάσους δηλαδή της μελισσοκομικής χλωρίδας και πανίδας όπως ανωτέρω συνοπτικά περιγράφεται.

Επιτακτική λοιπόν προβάλλει η ανάγκη της ανασυγκρότησης της μελισσοκομίας της περιοχής με την σύνταξη 10ετους προγράμματος ανάπτυξης – βελτίωσης των συνθηκών άσκησης της μελισσοκομίας αλλά και αντίστοιχα της μελισσοκομικής χλωρίδας και πανίδας. Επιβάλλεται με την σύνταξη του προγράμματος να τεθούν στόχοι οι οποίοι στην πορεία του να αναθεωρούνται και να αναπροσαρμόζονται. Οι στόχοι αυτοί μπορεί να είναι:

Αποκατάσταση – αποζημίωση των ζημιών από την πυρκαγιά (κυψέλες, αποθήκες, εξοπλισμός).
Συμπληρωματικό, για τουλάχιστον δυο χρόνια, εισόδημα σε χρήματα ή είδος (μελισσοτροφές, ζάχαρη) για την αντιμετώπιση αναγκών (Χειμερινή κυρίως διαβίωση) των μελισσών που επέζησαν ή και άλλων που θα αναθρέψουν ή θα αγοράσουν οι ντόπιοι μελισσοκόμοι.
Να έχουμε αύξηση του αριθμού των μελισσοκόμων κυρίως από νέους και αν είναι δυνατόν κατόχους τίτλων ανωτάτης εκπαίδευσης
Συνεχής εκπαίδευση-ενημέρωση των μελισσοκόμων σε θέματα μελισσοκομικού ενδιαφέροντος και προστασίας του δασικού και αγροτικού περιβάλλοντος ( πυρκαγιές,φυτοφάρμακα κλπ).
Ο μελισσοκόμος να εφοδιάζεται με τα πλέον σύγχρονα εργαλεία,μηχανήματα, εγκαταστάσεις και μεταφορικά μέσα ώστε αφ ενός να διευκολύνεται στην εργασία του και αφ ετέρου να διασφαλίζονται πλήρως οι υγειονομικές συνθήκες των μελισσοκομικών προϊόντων που είναι κυρίως τρόφιμα για τον άνθρωπο.
Την γνώση-εντοπισμό των ανανεώσιμών μελισσοκομικών πόρων που υπάρχουν και θα δημιουργηθούν στα χερσαία οικοσυστήματα,το είδος και πιθανή ποσότητα και ποιότητα Στην γνώση μελισσοκομικών προϊόντων που μπορεί να παραχθεί καθώς και την πρόβλεψη της εποχής του έτους που μπορεί να γίνει αυτό. Το θέμα αυτό είναι τεράστιο γιατί αφορά:
– Την γνώση, προστασία, και βελτίωση μετά την πυρκαγιά της μελισσοκομικής χλωρίδας και πανίδας (φυτά και έντομα με τα οποία συνεργάζεται η μέλισσα).

– Την γνώση, διαχείριση της φυσικής εχθρικής για την μέλισσα πανίδας (έντομα, πτηνά, ζώα ).

– Την επέκταση της μελισσοκομικής χλωρίδας και πανίδας σε περιοχές που αυτό είναι δυνατό φυσικά μετά από μελέτη και ως συμπλήρωμα των όποιων αναδασώσεων που πιθανώς να χρειασθούν να γίνουν.

– Προσδιορισμός – πρόβλεψη νεκταροεκκρίσεων και μελιτοεκκρίσεων και προγραμματισμός μέγιστης αξιοποίησης με ντόπια και περιορισμένη νομαδική μελισσοκομία.

– Βελτίωση των συνθηκών ύδρευσης της μέλισσας,άλλων εντόμων και πτηνών σε μια περιοχή με την κατασκευή κατάλληλων εγκαταστάσεων ( ποτίστρες, υδρομαστεύσεις, ομβροδεξαμενές κλπ) σε συνδυασμό με τις ανάγκες πυρόσβεσης

Μελέτη – προστασία και αξιοποίηση της ντόπιας φυλής της μέλισσας.
Βιολογική καταπολέμηση των ασθενειών της μέλισσας (Βαρρόα, Νοζεμίαση κλπ).
Σπορά μελισσοκομικών φυτών (γλυκάνισο, φακελλωτή κλπ) σε αγροτικές εκτάσεις ή εγκατάσταση δενδροκομικών καλλιεργειών (αμυγδαλιά, μουσμουλιά κλπ) και τέλος φυτείες αρωματικών φυτών (ρίγανη, λεβάντα κλπ) που θα είναι πολύ χρήσιμα για τα ντόπια μελίσσια κυρίως.
Σε θέματα που αφορούν τα μελισσοκομικά προϊόντα οι στόχοι μπορεί να είναι:
– Να αυξηθεί η ποσότητα παραγωγής όλων των μελισσοκομικών προϊόντων ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες της ντόπιας αγοράς αλλά και της ευρύτερης περιοχής.

– Όλα τα μελισσοκομικά προϊόντα να είναι άριστης ποιότητας και να παράγονται με τους καθορισμένους ορθούς κανόνες παραγωγής.

– Να είναι απαλλαγμένα από κάθε είδους προσμίξεις (φάρμακα, δηλητήρια, συστατικά μελισσοτροφών κλπ) και να εκπληρώνουν όλες τις προϋποθέσεις ενός ασφαλούς και υγιεινού τροφίμου.

– Όλα τα μελισσοκομικά προϊόντα να αποκτήσουν το σήμα ΠΓΠ για να γνωρίζει ο καταναλωτής που και πότε έγινε η παραγωγή του συγκεκριμένου προϊόντος (ταυτότητα προϊόντος) με τοπική ετικέτα.

– Την μείωση του κόστους παραγωγής και την μείωση της τιμής διάθεσης στον καταναλωτή.

– Όλα τα εργαστήρια απολέπισης των κηρηθρών,συσκευασίας και τυποποίησης μελιού των μελισσοκόμων να πληρούν τους βασικούς κανόνες διαχείρισης υγιεινών τροφίμων και να υπόκεινται σε έλεγχο.

– Την ενημέρωσή του μελισσοκόμου με κάθε τρόπο σε θέματα μελισσοκομικών προϊόντων και εν γένει ζητήματα περί την μελισσοκομία.

Πολλά θέματα των ανωτέρω στόχων πρέπει να προσδιορισθούν τοπικά να εκτιμηθούν ποσοτικά να προϋπολογιστούν και να ιεραρχηθούν. Αυτό θα προκύψει από την σύνταξη δυο μελετών αξιολόγησης-διαχείρισης-βελτίωσης των συνθηκών ανάπτυξης της μελισσοκομίας μια για κάθε Δασαρχείο Λίμνης και Ιστιαίας που θα συμπεριλάβουν και τις περιοχές που δεν κάηκαν. Από τις μελέτες αυτές θα προκύψουν πολλά στοιχεία απαραίτητα για την σύνταξη του προγράμματος.

Έπειτα από τα ανωτέρω προτείνουμε ενδεικτικά τις ακόλουθες δράσεις – χρηματοδοτήσεις και φορείς υλοποίησης που μπορεί και πρέπει να συμπεριληφθούν στο πρόγραμμα ανασυγκρότησης – ανάπτυξης της μελισσοκομίας της Βορείου Ευβοίας και είναι:

Χρηματοδότηση για την αποκατάσταση των ζημιών (κυψέλες, αποθήκες, εργαλεία, κλπ) καθώς ενίσχυσης εισοδήματος των μελισσοκόμων και συντήρησης των μελισσοσμηνών που γλίτωσαν από την πυρκαγιά η οποία άρχισε να καταβάλλεται στους δικαιούχους από ΕΛΓΑ κλπ,
Χρηματοδότηση του ΙΚΥ για την προκήρυξη υποτροφιών εσωτερικού ή εξωτερικού σε Γεωπόνους ή Δασολόγους ή Βιολόγους καταγόμενους από τους δυο Δήμους της περιοχής για την απόκτηση υψηλής εξειδίκευσης σε θέματα μελισσοκομίας σε αριθμό τουλάχιστον δυο κατά έτος. Ανάλογη δράση ή υποχρέωση πρέπει να αναλάβουν διάφορα ιδρύματα (Στ. Νιάρχος, Ωνάση, κλπ) ή χορηγοί (Εταιρείες, πρόσωπα ).
Χρηματοδότηση των Δασολογικών σχολών για την οργάνωση στελέχωση εδρών και εργαστηρίων με αντικείμενο την μελισσοκομική χλωρίδα –πανίδα και των δασικών μελισσοκομικών πόρων ώστε να παρέχεται εκπαίδευση και έρευνα,που σήμερα δεν γίνεται,στους αντίστοιχους φοιτητές και όχι μόνο.Η παραχώρηση του Δημοσίου δάσους Τσαπουρνιάς και τμήματος του Δημοσίου Παπάδων (το δρυοδάσος) στο πανεπιστήμιο Θεσσαλίας θα συμβάλλει πολύ θετικά και σε αυτόν τον τομέα.
Χρηματοδότηση για την συνέχιση – βελτίωση των εκπαιδεύσεων και ενημερώσεων που γίνονται από τον οργανισμό «ΔΗΜΗΤΡΑ» με όσο το δυνατόν καλύτερους εκπαιδευτές με διακριτές θεματικές ενότητες όπως εξειδικευμένα θέματα εκπαιδεύσεων ή ενημερώσεων στους έμπειρους μελισσοκόμους, στην ενημέρωση του καταναλωτικού κοινού και των καθηγητών, δασκάλων και μαθητών μέσης και δημοτικής εκπαίδευσης. Την οργάνωση κατά έτος τουλάχιστον μιας εκπαίδευσης- ενημέρωσης στην έδρα κάθε Δήμου με παράλληλη λειτουργία μελισσοκομικής έκθεσης (γιορτής) την θεωρούμε αναγκαία. Ο οργανισμός «ΔΗΜΗΤΡΑ» υποχρεωτικά πρέπει να συνεργάζεται με τις τοπικές Αρχές, Υπηρεσίες, μελισσοκομικό κέντρο με τις οργανώσεις καταναλωτών, πολιτιστικούς συλλόγους, κλπ, κάθε περιοχής. Παράλληλη χρηματοδότηση θα λαμβάνει κάθε Δήμος για κάλυψη λειτουργικών δαπανών ως οικοδεσπότης. Συμπληρωματικές εκπαιδεύσεις πρέπει να διοργανώνουν οι Δήμοι της περιοχής σε συνεργασία με τα Δασαρχεία και την Πυροσβεστική Υπηρεσία για θέματα πυρκαγιών και προστασίας δασών.
Χρηματοδότηση για την περαιτέρω οργάνωση και στελέχωση των εργαστηρίου μελισσοκομίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών ώστε μετά από έρευνα και μελέτη να φθάσει στο επίπεδο να διαθέτει δωρεάν στους ντόπιους βασιλοτρόφους και μελισσοκόμους πιστοποιημένες βασίλισσες ντόπιας φυλής ή κεκροπίας, όσον βρεθούν καθαρόαιμες ράτσες, και να σταματήσει η διακίνηση άλλων φυλών στην περιοχή. Παράλληλα να ασχοληθεί με την έρευνα όλων των θεμάτων και κυρίως για την αντιμετώπιση του βαρρόα.
Χρηματοδότηση του Ινστιτούτου Μελισσοκομίας και Δασικού Ινστιτούτου για περαιτέρω οργάνωση και στελέχωση των ώστε μετά από έρευνα και μελέτη να γίνει προσπάθεια για την πρόβλεψη έναρξης των μελιτοεκκρίσεων διαδικασία που πολλά μπορεί να προσφέρει στην μελισσοκομία. Παράλληλα να προβούν στην σύνταξη του μελισσοκομικού χάρτη της περιοχής των δυο Δασαρχείων. Θεωρούμε αν ποτέ καταφέρουμε και συντάξουμε τέτοιο χάρτη που θα παρέχει για την περιοχή όλες τις μελισσοκομικές πληροφορίες αυτό θα είναι το απόλυτο εργαλείο για τον μελισσοκόμο. Δηλαδή για την περιοχή θα παρέχει πληροφορίες όπως για την αφθονία ή όχι γύρης όλο το έτος και ποια χρονική στιγμή έχει την μεγαλύτερη ποσότητα για να την συλλέξει ο μελισσοκόμος. Και αντίστοιχα για τις μελιτοεκκρίσεις (νέκταρ, μελιτώματα) για να συλλέξει μέλι συγκεκριμένης κατηγορίας. Ο στόχος αυτός μπορεί εν μέρει να επιτευχθεί και από την σύνταξη των ανωτέρω μελισσοκομικών μελετών.Για την επίτευξη αποτελεσμάτων και ολοκλήρωση των ανωτέρω έργων και εργασιών είναι απαραίτητη η συνεργασία με τους μελισσοκόμους οι οποίοι ομολογουμένως λόγω εμπειρίας κατέχουν πολλές πληροφορίες τις οποίες συνήθως παίρνουν μαζί τους στα νεκροταφεία … λόγω της μυστικοπάθειας που διακρίνει πολλούς εξ αυτών. Σε αυτή την δράση μπορούν να φανεί πολύ χρήσιμο τα μελισσοκομικό κέντρο Χαλκίδας με τους επόπτες μελισσοκομίας.
Χρηματοδότηση των εργαστηρίων εντομολογίας των Δασολογικών Σχολών και του ΕΘΙΑΓΕ (ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ) για την οργάνωση και στελέχωσή των ώστε να μελετήσουν και να ερευνήσουν διάφορα θέματα που έχουν σχέση με την Marchalina hellenica (εργάτης του πεύκου) και τα μελιτογόνα έντομα της ελάτης τα οποία παράγουν τουλάχιστον το 80% της Ελληνικής παραγωγής μελιού και πρέπει να αποκατασταθούν στην περιοχή, όπως ήταν πριν την πυρκαγιά στα δάση κυρίως της χαλεπίου που θα αναγεννηθούν. Αυτά τα έντομα που αποτελούν την ραχοκοκαλιά της Ελληνικής μελισσοκομίας δεν έχουν μελετηθεί όσο θα έπρεπε.
Χρηματοδότηση όλων ανεξαρτήτως των φορέων εγκατάστασης μελισσοκομικής χλωρίδας (γλυκάνισο, αρωματικά φυτά,δενδρώδης καλλιέργειες κλπ) σε αγροτικές εκτάσεις.
Χρηματοδότηση των Δασαρχείων Λίμνης και Ιστιαίας.Όπως είναι γνωστό το Ελληνικό Κράτος έχει αναθέσει στην Δασική Υπηρεσία την προστασία, διαχείριση, αναβάθμιση των δασών και δασικών εν γένει οικοσυστημάτων εντός των οποίων υπάρχουν οι ανανεώσιμοι μελισσοκομικοί πόροι που εκμεταλλεύεται ο άνθρωπος με την άσκηση της μελισσοκομίας. Κατά συνέπεια με την διαχείριση και προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων εμμέσως ωφελείται ή επηρεάζεται και η μελισσοκομία. Εμείς θεωρούμε ότι ο μελισσοκόμος είναι δασεργάτης αφού εργάζεται μέσα στο δάσος (πεύκο, έλατο κλπ) και εκμεταλλεύεται τους ανανεώσιμους δασικούς μελισσοκομικούς πόρους. Επιβάλλεται και από το πρόγραμμα να χρησιμοποιηθεί η Δασική Υπηρεσία,κυρίως λόγω αρμοδιότητας, ώστε με τα κατά τόπους Δασαρχεία και σε συνεργασία με τους μελισσοκόμους να ληφθούν μέτρα και εκτελεστούν έργα για την προστασία, διαχείριση, βελτίωση των μελισσοκομικών πόρων αφ ενός και αφ ετέρου να διευκολύνονται οι μελισσοκόμοι στην εργασία τους. Ενδεικτικά αναφέρουμε:
Διάνοιξη, συντήρηση, βελτίωση των δασικών δρόμων αφού εξυπηρετούν και τους μελισσοκόμους.
Δημιουργία εντός δασών και δασικών εκτάσεων ή πλησίον των δασοδρόμων χώρων τοποθέτησης μελισσοσμηνών. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να σταματήσουν οι μελισσοκόμοι να τοποθετούν τα μελίσσια τους επί των δρόμων ή αντιπυρικών ζωνών και να εμποδίζουν διερχόμενους,οχήματα,ανάγκες δασοπυρόσβεσης κλπ.
Κατασκευή ποτίστρων ύδρευσης εντόμων και πτηνών εντός δασών και δασικών εκτάσεων με υδρομαστεύσεις, ομβροδεξαμενές, δεξαμενών νερού το οποίο θα μεταφέρεται με βυτιοφόρα. Αυτές οι δεξαμενές να μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για ανάγκες δασοπυρόσβεσης.
Προστασία και επέκταση της Marchalina hellenica και των εντόμων της ελάτης. Όπου χρειάζεται να γίνουν υλοτομίες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και οι ανάγκες των εντόμων αυτών. Ο εμβολισμός των πευκοδασών με Marchalina hellenica πρέπει να γίνεται μετά από μελέτη αφού από την συμβίωση του εντόμου με το δένδρο δεν επέρχεται καμία ζημιά. Ως παράδειγμα αναφέρουμε το περιαστικό δάσος τραχείας Πεύκης γύρο από την Τρίπολη που είναι τεχνικές αναδασώσεις. Το δάσος αυτό κάποια στιγμή οι μελισσοκόμοι με το Υπουργείο Γεωργίας το εμβολίασαν με τον εργάτη του πεύκου χωρίς μελέτη και άδεια και σήμερα να γίνεται μια αξιόλογη παραγωγή πευκόμελου και δεν υπάρχουν δυσμενή αποτελέσματα για το δάσος.
Παραγωγή στα δασικά φυτώρια φυτευτικού υλικού μελισσοκομικών δένδρων και θάμνων κυρίως αυτοχθόνων φυτών (Χαρουπιά, δενδρολίβανο, τίλια, κλπ) τα οποία θα χρησιμοποιούνται στις αναδασώσεις της Υπηρεσίας για ανάγκες Δήμων, ιδιωτών, Μεταλλευτικών & Λατομικών επιχειρήσεων κλπ.Σε πρώτη φάση στο δασικό φυτώριο της Αλιάρτου Δασαρχείου Λιβαδειάς να δοθεί η δυνατότητα παραγγελίας φυτευτικού υλικού για τις αναδασώσεις και εμπλουτισμό των καμένων περιοχών με μελισσοκομικά φυτά. Είναι επιτακτική η ανάγκη για την βελτίωση, αύξηση της μελισσοκομικής χλωρίδας και εθελοντικά κάθε μελισσοκόμος πρέπει να φυτεύει και αναπτύσσει τουλάχιστον 50 μελισσοκομικά δένδρα ή θάμνους κάθε χρόνο. Τρανταχτό παράδειγμα ο αείμνηστος Κόσκος με τον Συνεταιρισμό του στην Κορινθία το οποίο πρέπει να μιμηθεί ο αντίστοιχος Μελισσοκομικός Συνεταιρισμός Ιστιαίας. Όσοι διαταράσσουν το περιβάλλον δηλαδή σκάπτουν την γη για διάφορες αιτίες στην συνέχεια πρέπει να την αποκαθιστούν φυτεύοντας αυτόχθονα μελισσοκομικά φυτά. Ενδεικτικά αναφέρουμε τις Μεταλλευτικές – Λατομικές επιχειρήσεις, Δημόσια –Δημοτικά έργα, Ιδιώτες, ΔΕΗ, επιχειρήσεις ΑΠΕ,κλπ. Στις καμένες εκτάσεις μπορεί να γίνεται, μετά από μελέτη, σπορά φακελλωτής (άριστο μελισσοκομικό φυτό) χωρίς κατεργασία επάνω στις στάχτες. Με την ενέργεια αυτή δεν υπάρχει διαταραχή στο οικοσύστημα αφού η φακελλωτή τον τρίτο χρόνο σποράς δεν υπάρχει. Η τεχνογνωσία και εμπειρία που υπάρχει στην Δασική Υπηρεσία και τις Δασολογικές Σχολές,λόγω των αναδασώσεων, και αφορά την προστασία, βελτίωση, εμπλουτισμό της μελισσοκομικής χλωρίδας πρέπει να αξιοποιηθεί με την κατάλληλη συνεννόηση και συνεργασία.
Ιδιαίτερα έργα και μέτρα πρέπει να λαμβάνονται στις ευρύτερες δασικές περιοχές (Τελεθρίου, Ξηρού όρους, Παπάδων,Κοτσικιάς κλπ) όπου και επιβάλλεται να οριοθετηθούν και εκεί θα παράγεται μέλι ΠΓΠ.Σε αυτές τις περιοχές θα απαγορεύεται κάθε χρήση εντομοκτόνου ή ζιζανιοκτόνου και κάθε ενέργειας που μπορεί να επηρεάσει την ποιότητα του μελιού και την εν γένει άσκηση της μελισσοκομίας (πραγματικά μελισσοκομικά πάρκα). Όλα τα ανωτέρω και όχι μόνο θα περιγράφονται και θα οριοθετούνται από τις ανωτέρω μελισσοκομικές μελέτες που θα συνταχθούν με μέριμνα των δυο Δασαρχείων Λίμνης και Ιστιαίας και τα έργα και εργασίες θα εκτελούνται με συγκατάθεση των ιδιοκτητών ή διακατόχων με παράλληλη εφαρμογή προγράμματος μη Δημόσιας Δασοπονίας. Όλα τα έργα και εργασίες που αφορούν την Δασική Υπηρεσία θα εκτελούνται όπως τα δημόσια δασοτεχνικά ειδικά έργα και οι εγκαταστάσεις κατασκευές θα συντηρούνται και θα φυλάσσονται με μέριμνα της Δασικής Υπηρεσίας.
Χρηματοδότηση και ενίσχυση των ντόπιων μελισσοκόμων και νέων που θέλουν να ασχοληθούν με την μελισσοκομία και μονίμων κατοίκων της περιοχής πρέπει να γίνεται ως εξής:
Νέοι μέχρι ηλικίας 30 ετών επιδοτούνται 100% της δαπάνης για την αγορά μέχρι 10 κυψελών αφού αυτοί επιτυχώς έχουν εκπαιδευτεί ως ανωτέρω περιγράφεται.
Ομοίως νέοι που έχουν εκπαιδευτεί ηλικίας μέχρι 30 ετών κάτοχοι 20 κυψελών και άνω επιδοτούνται με ποσοστό 75% της δαπάνης για την αγορά κυψελών,μελισσοκομικού αυτοκινήτου, εργαλείων ( μηχανές απολεπισμού, μελιτοεξαγωγείς κλπ) αφού υποβάλλουν και αξιολογηθεί σχετικό σχέδιο ανάπτυξης της μελισσοκομικής δραστηριότητας τους.
Άτομα ηλικίας μέχρι 45 ετών απόφοιτοι ΑΕΙ & ΤΕΙ αφού έχουν ως ανωτέρω εκπαιδευτεί μπορεί να επιδοτηθούν με ποσοστό 100% της δαπάνης για την αγορά μέχρι 10 κυψελών. Οι μη απόφοιτοι και νέοι μελισσοκόμοι με ποσοστό 75% για την αγορά 10 κυψελών.
Ομοίως άτομα ηλικίας μέχρι 60 ετών που έχουν εκπαιδευτεί κάτοχοι 20 κυψελών και άνω επιδοτούνται με ποσοστό 50% της δαπάνης για την αγορά κυψελών,αυτοκινήτου κλπ αφού υποβάλλουν και αξιολογηθεί σχέδιο ανάπτυξης της μελισσοκομικής δραστηριότητας τους.
Χρηματοδότηση για την επιδότηση με ποσοστό 100% της δαπάνης για την αγορά από όλους τους ντόπιους μελισσοκόμους συσκευών και μηχανισμών για την συλλογή και συσκευασία των μελισσοκομικών προϊόντων γύρης, πρόπολης και βασιλικού πολτού με στόχο την αύξηση της παραγωγής των.
Χρηματοδότηση ντόπιων φυσικών προσώπων, Εταιρειών, Μελισσοκομικών και Αγροτικών Συνεταιρισμών για την κάλυψη ενός μέρους των δαπανών όταν αυτοί οι φορείς συμμετέχουν και προβάλλουν τα ντόπια μελισσοκομικά προϊόντα σε εκθέσεις τροφίμων του εσωτερικού και εξωτερικού.
Χρηματοδότηση για την κάλυψη μέρους των δαπανών οργανώσεων των καταναλωτών και των Δήμων όταν αυτοί διοργανώνουν ημερίδες για την ενημέρωση των καταναλωτών σε θέματα μελιού και μελισσοκομίας.
Χρηματοδότηση για την κάλυψη μέρους των δαπανών εκσυγχρονισμού και βελτίωσης την εγκαταστάσεων των βιοτεχνών και κατασκευαστών κυψελών, εργαλείων, μηχανισμών μελισσοκομίας καθώς και παρασκευαστών μελισσοκομικών τροφών του Νομού Ευβοίας αφού υποβάλλουν και εγκριθεί σχέδιο βελτίωσης.

Είναι σημαντικό ότι πολλές από τις προτάσεις αυτές δύναται να χρηματοδοτηθούν από το Σχέδιο Κοινής Γεωργικής Πολιτικής 2023-27 και ειδικότερα το Τομεακό Πρόγραμμα Μελισσοκομίας, στο οποίο διατίθενται πόροι περισσότεροι από 31 εκ. €. Δηλαδή από τον κανονισμό ενίσχυσης της μελισσοκομίας. Ομοίως μερικές προτάσεις μπορεί να χρηματοδοτηθούν από το πρόγραμμα Δημοσίων επενδύσεων (προστασία δασών,αναδασώσεων κλπ) το Πράσινο Ταμείο, και διάφορους χορηγούς κλπ.

Την εποπτεία του όλου προγράμματος πρέπει να την έχει η Περιφερειακή Ενότητα Ευβοίας με αρμόδιο το Τμήμα της Μελισσοκομίας και με την βοήθεια του μελισσοκομικού κέντρου Χαλκίδας.

Χαλκίδα Φεβρουάριος 2022

Ηλίας Καπράλος

Δασολόγος

———- [1] EC, Overview of Annual Implementation Reports for apiculture year 2020 [2] EC, Overview of Annual Implementation Reports for apiculture year 2020 [3] Στρατηγικό Σχέδιο ΚΓΠ 2023-27, Ενημερωτικό Δελτίο για Παρεμβάσεις του Τομεακού Προγράμματος ενίσχυσης Μελισσοκομίας [4] EC, Honey Market Presentation, 2021 [5] EC, Overview of Annual Implementation Reports for apiculture year 2020 [6] Στρατηγικό Σχέδιο ΚΓΠ 2023-27, Ενημερωτικό Δελτίο για Παρεμβάσεις του Τομεακού Προγράμματος ενίσχυσης Μελισσοκομίας [7] EC, Overview of Annual Implementation Reports for apiculture year 2020 [8] Περιφέρεια Στερεά Ελλάδας/ΔΑΟΚ

Εγγραφείτε στο κανάλι μας στο You Tube

Δες επίσης

Ο Άρης Αγίου Κωνσταντίνου βράβευσε την ομάδα του Άρη Θεσσαλονίκης [ΦΩΤΟ]

Τι συνδέει τις δύο ομάδες! Ο Δήμος Καμένων Βούρλων,  όλες τις μεγάλες  ποδοσφαιρικές ομάδες που …

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *